H εναλλακτικοποίηση των Εξαρχείων είναι το άλλο μισό της καταστολής

Δημοσιεύθηκε στο δεύτερο τεύχος της έντυπης πολιτικής παρέμβασης της Ταξικής Αντεπίθεσης “Έφοδος στον Ουρανό” (Ιούνιος 2018)

Η γειτονιά των Εξαρχείων, εδώ και περίπου 4 δεκαετίες, αποτελεί ιδίωμα του μητροπολιτικού κέντρου και της συνακόλουθης σημειολογίας του. Γιατί, αν και ενταγμένα στους νόμους της αγοράς και την οικονομία της διασκέδασης, το ιστορικό και πολιτικό φορτίο των Εξαρχείων, τόσο ως σύμβολο, όσο και ως ορμητήριο των κοινωνικών αγωνιστών, δεν επέτρεψε τον ολοκληρωτικό αποχαρακτηρισμό τους. Η παράδοση και το ρίζωμα της αντίστασης, ως καθοριστικό στοιχείο στη διαμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων της γειτονιάς, αντιμετώπιζε τις επαναλαμβανόμενες απόπειρες ‘’ανάπλασης’’ ως ιδεολογική επίθεση και απόπειρα αλλοίωσης του κοινωνικού της χαρακτήρα. Και αυτό πραγματικά ήταν.

Τα Εξάρχεια, ως γειτονία του μητροπολιτικού κέντρου, δεν θα μπορούσε παρά να υποτάσσεται, έστω και ανορθόδοξα, στον νόμο της αξίας. Το ‘’κέντρο’’, ως έννοια ταξικού και δευτερευόντως γεωγραφικού προσανατολισμού, λειτουργεί ως διοικητήριο, ως σημείο συγκέντρωσης των υποδομών του κεφαλαίου και του πολιτικού προσωπικού του, ως σημείο συμπύκνωσης των καπιταλιστικών σχέσεων και των επιμέρους αναπαραστάσεων τους. Από τα υπουργεία και τις τράπεζες, μέχρι τους εμπορικούς δρόμους και τα νυχτερινά διασκεδαστήρια, το κέντρο της πόλης αποτελεί την ενσάρκωση του αστικού φαντασιακού για τη ζωή και την οργάνωσή της.

Με δεδομένο λοιπόν πως η μητρόπολη αποτελεί μια ζωντανή σχέση για το κεφάλαιο, προσδιορίζοντας την έννοια της εργασίας, του ελεύθερου χρόνου, του δημόσιου χώρου, της διασκέδασης και κυρίως του ατόμου σε σχέση με το περιβάλλον του, το σύνολο της κοινωνικής ζωής και των αναγκών της, ταυτίζεται με τις ανάγκες του κεφαλαίου. Έτσι, και η συγκέντρωση εκατοντάδων ‘’ανήσυχων’’ νεολαίων σε μια περιοχή, μεταφράζεται στη γλώσσα του κέρδους ως ενεργητικό καταναλωτικό δυναμικό, ως εγγυημένη επένδυση. Η εκ πείρας, εδώ και δεκαετίες, ικανότητα του κεφαλαίου να αφομοιώνει και να αναπαράγει την (αντεστραμμένη) ρητορική και κουλτούρα της αντίστασης, αποτελεί την μεγαλύτερη εγγύηση για την (καταρχάς) ιδεολογική ηγεμονία του. Το underground και η υποκουλτούρα να σερβίρεται αφειδώς τα Σαββατόβραδα, η Αναρχία και η αντίσταση να περιφέρεται ως τουριστική ατραξιόν και ‘’σκανδαλώδη’’ εμπειρία που συμπυκνώνεται σε μια φράση: βγαίνω και εγώ στα Εξάρχεια.

Αυτή η (αναπόφευκτα) δισυπόστατη φυσιογνωμία των Εξαρχείων, από τη μία ως αγωνιστικό και από την άλλη ως καταναλωτικό πεδίο, αποτελεί τον πυρήνα, όχι για μια γενικόλογη απόπειρα εμπορευματοποίησης , αλλά για την επιχειρούμενη ιδεολογική και πολιτική συντριβή των ιδιαίτερων γνωρισμάτων μιας αντιστεκόμενης γειτονιάς. Πάνω σε αυτήν την ιδεολογική διαπάλη, ανάμεσα στον κόσμο του αγώνα και σε αυτόν του κεφαλαίου, θα κριθεί το μέλλον των Εξαρχείων, η υπόσταση του επαναστατικού κινήματος και η ικανότητα του να ορθώνει αντιστάσεις. Και αυτή η μάχη είναι πρωτίστως πολιτική, γιατί αυτή τη στιγμή τα Εξάρχεια, εκτός από τις κλούβες, είναι περικυκλωμένα και από τους κάθε λογής επενδυτές, που απαλλοτριώνουν την ιστορία μας, απονευρώνουν τους αγώνες μας και εισβάλουν στα εδάφη μας.

Τα όσα δρομολογούνται για τα Εξάρχεια, δεν μπορούν να ιδωθούν έξω από το ευρύτερο πολιτικοοικονομικό πλαίσιο της συγκυρίας. Η αναγκαιότητα του κεφαλαίου να ανοίγει νέες κερδοφόρες διαδρομές, ειδικότερα σε περιόδους κρίσης, υπερσυσσώρευσης και αποτελμάτωσης των επενδύσεων, αποτυπώνει την γενική κατεύθυνση και τον χαρακτήρα της οικονομίας. Σήμερα, στα πλαίσια της χρεοκοπίας και της μνημονιακής εποπτείας, η τουριστική-παρασιτική οικονομία προσδιορίζεται ως αναπτυξιακός πυλώνας για την απορρόφηση εργατικού δυναμικού και την προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων. Αυτό το ζοφερό και θλιβερό μέλλον που επιφυλάσσουν στους εργαζόμενους, μετατρέποντας τους σε απροστάτευτους, εξαντλημένους και χαμηλόμισθους ‘’οικοδεσπότες’’ τουριστών στην ‘’όμορφη και φιλόξενη Ελλάδα’’, πέρνα μέσα από την αποσάθρωση των εργασιακών σχέσεων και την μετατροπή της χώρας σε αχανή τουριστική ζώνη. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, της αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας και των νέων κατευθυντήριων γραμμών της, εντάσσεται και η επιχειρούμενη ανάπλαση των Εξαρχείων. Δημιουργία σταθμού του μετρό, μαζική εξαγορά κατοικιών από μεγαλοεπενδυτές για επινοικίαση σε τουρίστες, νεοαναγειρόμενα hostel, έως και ‘’εναλλακτικοί’’ ξεναγοί σε κινηματικές δομές και καταλήψεις.

Έτσι, ‘’το τελευταίο χωριό των αναρχικών στον κόσμο’’, όπως σκωπτικά αναφέρεται στα Εξάρχεια, ανάμεσα σε άλλους χαζοχαρούμενους χαρακτηρισμούς, ο τίτλος ενός πρόσφατου άρθρου, εντάσσεται ήδη στους πιο δημοφιλείς ‘’εναλλακτικούς’’ προορισμούς της Ευρώπης. Όμως, ακόμα και αν, προς το παρόν, τα ιδιαίτερα γνωρίσματα και δρώμενα των Εξαρχείων αποτελούν αξιοθέατο και τουριστικό πλεονέκτημα, δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία πως πίσω από την αφομοίωση καιροφυλακτεί και η καταστολή. Έννοιες, ταυτόσημες και συμβατές με την υπάρχουσα κατάσταση που επιμελώς επιβάλλεται στην γειτονιά.

Πέρα λοιπόν από την ‘’ανεπαίσθητη’’ και ‘’ομαλά’’ εκπονούμενη αποϊδεολογικοποίηση των Εξαρχείων, συμβαίνει και η ταυτόχρονη υποβάθμιση και γκετοποίηση τους, η επιβολή μιας γενικευμένης αίσθησης ανασφάλειας και φόβου, η διάρρηξη των δεσμών κοινωνικής αλληλεγγύης. Δρομολογείται τελικά, η επέμβαση της αστυνομίας ως εγγυήτρια και αδιαφιλονίκητη δύναμη, για την ‘’επαναφορά της τάξης’’ και την αποκατάσταση της ‘’κοινωνικής ειρήνης’’. Κατά αυτόν το τρόπο, η εκβιαζόμενη απόσπαση συναινέσεων από την τοπική κοινωνία, που ήδη μετατοπίζεται λόγω της ακατάσχετης εγκληματικότητας ολοένα και πιο δεξιά, και η μεταστροφή της παραδοσιακής της θέσης απέναντι στις δυνάμεις καταστολής, αποτελεί την βασικότερη προϋπόθεση για την απρόσκοπτη εισβολή, πρώτα της αστυνομίας και ύστερα του κεφαλαίου στην περιοχή. Και τότε δεν θα υπάρχει γυρισμός.

Πάνω στο τρίπτυχο εναλλακτισμός-υποβάθμιση-καταστολή, χτίζεται η απώλεια και η κατοχή του ζωτικού μας χώρου. Χτίζεται μια καθοριστική πολιτική ήττα για τον κόσμο της αντίστασης, μια ήττα πολιτικών, ηθικών και ιστορικών προεκτάσεων. Γιατί τα Εξάρχεια, αντανακλούν την υλική έκφραση των προταγμάτων μας, την ζωντανή μας πρόταση για τον καινούργιο κόσμο. Και χωρίς αυτά, θα είμαστε βαθιά και ανυπολόγιστα τραυματισμένοι. Να υψώσουμε οδοφράγματα απέναντι στην αστική ιδεολογία και τον εκχυδαϊσμό των μεταμοντέρνων-εναλλακτικών αφηγημάτων που σαρώνουν τα κινήματα, να καθαρίσουμε τις γραμμές μας και να περιφρουρήσουμε τα Εξάρχεια απέναντι στις ναρκομαφίες και τον κοινωνικό κανιβαλισμό, να τα διατηρήσουμε ως ζωντανό πεδίο ταξικής σύγκρουσης και όχι ως ‘’νησίδα’’ ή άλλων ειδών μικροαστικές φαντασιώσεις, να τα υπερασπιστούμε υλικά και πολιτικά απέναντι στους επενδυτές και την αστυνομία τους.

 Ή ΕΜΕΙΣ Ή ΑΥΤΟΙ. ΜΕΣΗ ΛΥΣΗ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *