Στη φετινή Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) θα συμπυκνωθεί η στρατηγική του ελληνικού καπιταλισμού, εν όψει της κρίσιμης εποχής που ανοίγει το «τέλος των μνημονίων» και η όξυνση της γεωστρατηγικής αστάθειας και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στα Βαλκάνια, τη ΝΑ Μεσόγειο και τη Μ. Ανατολή.
Βασικοί της στόχοι, η οικονομική σταθεροποίηση και ανάπτυξη μέσα από την εμβάθυνση του αντεργατικού-αντιλαϊκού κεκτημένου της τελευταίας οχταετίας, και η αναβάθμιση του γεωστρατηγικού ρόλου του ελληνικού κεφαλαιοκρατικού σχηματισμού, μέσα από την ένταση της στρατιωτικής, οικονομικής και πολιτικής του εξάρτησης από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Τον πρώτο στόχο υπηρετούν δύο αλληλένδετοι σχεδιασμοί. Από τη μια, η εφαρμογή –στα πλαίσια των μνημονιακών συμφωνιών με ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ για το χρέος, τη δημοσιονομική πολιτική και τα πλεονάσματα – του πρώτου μεταμνημονιακού προγράμματος (μεσοπρόθεσμο πλαίσιο 2019-2022) που δρομολογεί άμεσα ένα νέο γύρο ταξικής επίθεσης με σκληρά μέτρα, όπως μείωση κύριων και επικουρικών συντάξεων, μείωση του αφορολόγητου, κατάργηση του ΕΚΑΣ, συρρίκνωση προνοιακών επιδομάτων, σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις και ενισχυμένη επιτήρηση ανά τρίμηνο από τους θεσμούς.
Και από την άλλη, η υλοποίηση, στη βάση της εργασιακής υποτίμησης και της παραγωγικής εκκαθάρισης που έχει συντελεστεί, ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος ανάπτυξης με στόχο την τόνωση της καπιταλιστικής ανταγωνιστικότητας, δείγμα του οποίου θα παρουσιάσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, επενδύοντας το με τη ρητορική της «δίκαιης και ολιστικής ανάπτυξης» και τις προπαγανδιστικές εξαγγελίες για την καταπολέμηση των μορφών ακραίας φτώχειας. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα αύξησης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, με βασικούς μοχλούς την αύξηση των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων μέσα από τη συνεργασία της κυβέρνησης με διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Επιβεβαιώνοντας το ρόλο του ως εργαλείου ταξικής κυριαρχίας, το κράτος θα κατευθύνει μέσω των προϋπολογισμών της επόμενης πενταετίας έναν πακτωλό άνω των 50 δις ευρώ προς τους μεγάλους παίχτες του εγχώριου καπιταλιστικού παιχνιδιού, ως δωρεάν κρατικό χρήμα, την στιγμή που θα περιστέλλονται μέχρι εξαφανίσεως οι κοινωνικές δαπάνες και θα μειώνονται κι άλλο οι συντάξεις.
Μέτρο της επιτυχίας των παραπάνω σχεδιασμών αποτελεί η επίτευξη σε βάθος τριετίας πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 3,5% και ρυθμών ανάπτυξης που ο μέσος όρος τους στο ίδιο διάστημα θα υπερβαίνει το 2%. Με άλλα λόγια η εκπλήρωση των βασικών (μετα)μνημονιακών επιταγών, που ανοίγουν σύμφωνα με τους ιμπεριαλιστές δανειστές το δρόμο για το μείζονα οικονομικό στόχο του ελληνικού κράτους, τη μείωση δηλαδή του δημόσιου χρέους σε επίπεδα τέτοια ώστε να καθίσταται εφικτή η εξυπηρέτηση (βιωσιμότητα) του. Στόχευση πάνω στην οποία το αστικό μπλοκ επιχειρεί να επανασυγκροτήσει την κοινωνική ηγεμονία του, ταυτίζοντας την με το τέλος της ελληνικής κρίσης και με το ξεκίνημα μιας νέας φάσης ανάπτυξης και προόδου της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
*
Δίπλα στην «Ελλάδα της οικονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης», τα αποκαλυπτήρια του στη ΔΕΘ θα κάνει και ο έτερος άξονας της αστικής στρατηγικής η «ισχυρή γεωστρατηγικά Ελλάδα». Άξονας που διέρχεται μιας βασικής σταθεράς του ελληνικού καπιταλισμού, της στρατιωτικής, οικονομικής και πολιτικής του εξάρτησης από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, την οποία και σφραγίζει η παρουσία των ΗΠΑ ως τιμώμενη χώρα στη φετινή ΔΕΘ.
Σχέση έτσι κι αλλιώς ιστορικού και υπαρξιακού χαρακτήρα για την ελληνική πλευρά, με σημαντικές ωστόσο τάσεις ενίσχυσης της τα τελευταία χρόνια και ειδικά την τελευταία τριετία επί κυβέρνησης Συριζα-Ανελ, η οποία εκφράζεται μέσα από τη σύσφιξη των σχέσεων με το κράτος τρομοκράτη Ισραήλ και τη συμμετοχή στον στρατιωτικό και οικονομικό άξονα Ισραήλ-Κύπρου-Αιγύπτου, την επέκταση και την αναβάθμιση των αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων, την αύξηση των δαπανών για νατοϊκές δαπάνες, την εισροή αμερικανικών κεφαλαίων και τις συμφωνίες γύρω από τους αγωγούς ενέργειας, την ελληνική συμβολή στην αμερικανονατοϊκή ολοκλήρωση των Βαλκανίων μέσα από τη συμφωνία των Πρεσπών.
Διαδραματίζοντας το ρόλο του «καλού και πειθήνιου νατοϊκού στρατιώτη», το ελληνικό κράτος διαμορφώνει τους όρους για την επιθετική επανεξόρμηση του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια και τη Ν.Α Μεσόγειο, στρατηγική που θωρακίζει κι ενισχύει, παρά τις επιμέρους ενδοαστικές διαφοροποιήσεις, ο αστικός εθνικισμός ως συστατικό στοιχείο της κυρίαρχης ιδεολογίας και βασικός παράγοντας πολιτικής και κοινωνικής ενοποίησης γύρω από τις επεκτατικές βλέψεις που η ελληνική αστική τάξη και το κράτος της διατηρούν ιστορικά έναντι των γειτόνων τους. Όχι μόνο δεν υπάρχει διάσταση ανάμεσα στις δύο αυτά βασικά γνωρίσματα του ελληνικού καπιταλισμού, την εξάρτηση από τη μια και τον εθνικισμό από την άλλη, αλλά διαπλοκή και αλληλοσυμπλήρωμα. Σε πείσμα του αστικού κοσμοπολιτισμού, ο ελληνικός μεγαλοϊδεατισμός, ως πυρήνας της ιδεολογία της ελληνικής αστικής τάξης και του κράτους της, εκφράστηκε ιστορικά κάτω από την σκέπη των Μεγάλων Δυνάμεων και του Ιμπεριαλισμού. Με πιο εύγλωττη –και καταστρεπτική συνάμα- έκφραση της σχέσης αυτής την Μικρασιατική Εκστρατεία και καταστροφή.
Υπό αυτήν την έννοια, και παρά το αντικυβερνητικό τους επίχρισμα, οι εθνικιστικές διαδηλώσεις ενάντια στη συμφωνία των Πρεσπών που θα πραγματοποιηθούν παράλληλα με αυτές του εργατικού και αντικαπιταλιστικού κινήματος στις 8/9, αποτελούν στην ουσία συμπλήρωμα της αστικής κυβερνητικής στρατηγικής που ενισχύουν την πολιτική οικονομικής επέκτασης του ελληνικού κράτους στη Β. Μακεδονία και τα Βαλκάνια. Είναι διαδηλώσεις, που ενισχύουν τη φασιστικοποίηση και τον κοινωνικό αποπροσανατολισμό, στρεφόμενες ενάντια στο κίνημα και τις δομές του, αφήνοντας στο απυρόβλητο την ελληνική αστική τάξη και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό -γι αυτό και πρέπει ανάλογα να αντιμετωπιστούν!
Η παρουσία στη φετινή ΔΕΘ του αμερικανού υπουργού οικονομικών και κάποιων εκ των μεγαλύτερων μονοπωλίων διεθνώς στον τομέα της πληροφορικής, των τροφίμων, της ενέργειας και της πολεμικής βιομηχανίας, υπογραμμίζει παράλληλα το γενικότερο οικονομικό ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Ελλάδα και τη Β. Ελλάδα ειδικότερα. Άλλωστε οι ΗΠΑ μέσω του αμερικανοκίνητου ΔΝΤ παίζουν καθοριστικό ρόλο στο σχεδιασμό και την εφαρμογή των μνημονιακών προγραμμάτων. Ειδικά στον τομέα των εργασιακών σχέσεων και της εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, η συμβολή του ΔΝΤ στην υιοθέτηση των πιο ακραίων νεοφιλελεύθερων πρακτικών είναι καταλυτική. Κάτι που ασφαλώς γνωρίζουν πολύ καλά οι δεκάδες εκπρόσωποι αμερικάνικων επιχειρήσεων που θα βρεθούν στη Θεσσαλονίκη, και οι οποίο βλέπουν στην Ελλάδα του γενικού ξεπουλήματος και της εργασιακής γαλέρας, εκείνες τις «σοβαρές επενδυτικές ευκαιρίες» που εναγωνίως προσδοκούν η ελληνική αστική τάξη και το πολιτικό της προσωπικό.
Ειδικά σε ότι αφορά την παραγωγικά αποστραγγισμένη Β. Ελλάδα (και Θράκη) της φτώχιας και της ανεργίας, το αμερικανικό οικονομικό ενδιαφέρον εντοπίζεται στην ενίσχυση των εμπορικών συναλλαγών με τη βιομηχανικό κεφάλαιο της Β. Ελλάδας και στην από κοινού «αξιοποίηση» των πλουτοπαραγωγικών της πηγών. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο νευραλγικό τομέα της ενέργειας μέσα από την προώθηση των ενεργειακών συμφωνιών γύρω από τον αγωγό φυσικού αερίου ΤΑΡ (Trans Adriatic Pipeline). Ο ΤΑΡ σχεδιάζεται να μεταφέρει φυσικό αέριο από το -υπό τον έλεγχο της Αμερικής- Αζερμπαϊτζάν στην Ευρώπη, μέσω Θράκης και Β. Ελλάδας, διασχίζοντας την Αλβανία και την Ιταλία. Πάνω σε αυτήν την κύρια γραμμή διοχέτευσης του φυσικού αερίου, προγραμματίζεται να απλωθεί ένα ευρύ δίκτυο αγωγών που προοπτικά φιλοδοξεί να καλύψει ενεργειακά το σύνολο σχεδόν των βαλκανικών χωρών. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΤΑΡ βρίσκεται σε σύνδεση με τον πλωτό σταθμό υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην Αλεξανδρούπολη (συμφερόντων AEGEAN). To LNG προωθείται από τους Αμερικανούς διεθνώς ως βασικό καύσιμο ναυσιπλοΐας – γι αυτό και το έκδηλο ενδιαφέρον ενεργειακών κολοσσών- την εισαγωγή του οποίου από την Αμερική, είχε δεσμευθεί ο ίδιος ο Τσίπρας στον Τράμπ κατά την τελευταία επίσκεψη του στις ΗΠΑ.
Πρόκειται για ζήτημα μείζονος σημασίας για τον αμερικάνικο παράγοντα, όχι μόνο στο καθεαυτό οικονομικό πεδίο όσο πρωτίστως θα λέγαμε στο γεωστρατηγικό, και στην προσπάθεια ελέγχου από τους Αμερικανούς των ενεργειακών δρόμων που οδηγούν στην Ευρώπη, με στόχο τη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της τελευταίας από τη Ρωσία (σχεδόν το ένα τρίτο των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης καλύπτεται από τη Ρωσία) και της οικονομικής και πολιτικής επιρροής που αυτή προκαλεί.
Γεγονός που προξενεί σοβαρές τριβές στο στρατόπεδο του δυτικού ιμπεριαλισμού ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΕ –και ενώ μεταξύ τους βρίσκεται εν εξελίξει ένας άτυπος εμπορικός πόλεμος- αφού σε οικονομικό επίπεδο είναι πολύ πιο συμφέρουσα για την ΕΕ η εισαγωγή αερίου από τη Ρωσία. Ενώ παράλληλα κλιμακώνει την αντιπαράθεση των ΗΠΑ με το στρατηγικό τους ανταγωνιστή τη Ρωσία, στα Βαλκάνια και τη ΝΑ Μεσόγειο, σε μια περίοδο μάλιστα όπου εντείνονται οι προσπάθειες ένταξης βαλκανικών χωρών στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ και οξύνεται η αστάθεια στην Τουρκία και τη Μ. Ανατολή.
Σε ότι αφορά το στρατιωτικό επίπεδο, επίκεντρο του αμερικάνικου ενδιαφέροντος είναι η πόλη της Αλεξανδρούπολης και το λιμάνι της. Ένα ενδιαφέρον που έχει εκφραστεί ήδη από το 2017 μέσα από δηλώσεις του αμερικανού πρέσβη και στρατιωτικών αξιωματούχων, που έκαναν σαφείς τις προθέσεις των ΗΠΑ για τη δημιουργία μιας Νατοϊκής στρατηγικής υποδομής στην περιοχή. Συγκεκριμένα σχεδιάζεται μια βάση στρατιωτικών ελικοπτέρων –μάλιστα ήδη στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης έχει εγκατασταθεί νατοϊκό στρατιωτικό υλικό- που θα συνδέεται, μέσω του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης, με τις νατοϊκές βάσεις στη Μαύρη Θάλασσα και θα υποστηρίζει τις στρατιωτικές ανάγκες στην ευρύτερη περιοχή.
Στην κατεύθυνση αυτή εντάσσεται και το έκδηλο επενδυτικό ενδιαφέρον αμερικανικών κεφαλαίων για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και ειδικά για την ολοκλήρωση των ενεργειακών επενδύσεων του LNG, αφού ο σχεδιασμός για τη νατοϊκή «αναβάθμιση» του λιμανιού βρίσκεται σε πλήρη συνάρτηση με την αντίστοιχη ενεργειακή του, ως κόμβου του αγωγού ενέργειας ΤΑΡ και των διακλαδώσεων του.
Η συνάρθρωση του οικονομικού, γεωστρατηγικού και στρατιωτικού επιπέδου στους σχεδιασμούς των Αμερικανών για τους αγωγούς ενέργειας και το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, πιστοποιεί τη μεγάλη σημασία που τους αποδίδεται στην υλοποίηση της γενικότερης αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή, καταδεικνύοντας παράλληλα τον ιμπεριαλιστικό και πολεμικό τους χαρακτήρα. Ως έκφραση της ληστρικής ιδιοποίησης των εγχώριων παραγωγικών δομών από τη μια, και από την άλλη, ως μέρος της στρατηγικής επιδίωξης του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού για την περικύκλωση, οικονομική και στρατιωτική, του βασικού ανταγωνιστή της Ρωσίας.
Στοιχείο που υπογραμμίζει τους θανάσιμους κινδύνους που κρύβει για την εργατική τάξη και το λαό της χώρας, η πρόσδεση του ελληνικού κράτους στους αμερικάνικους σχεδιασμούς. Ο έλεγχος και η νομή των πλουτοπαραγωγικών υλών, η εξασφάλιση των οδών μεταφοράς τους, γενικότερα το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής είναι γραμμένα στην ιστορία του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού συστήματος με γράμματα που στάζουν αίμα. Είναι αυτά ακριβώς τα ζητήματα που διατηρούν χρόνια τις συγκρούσεις και τις συνεχείς αναδιατάξεις στην περιοχή. Και αυτά που στις μέρες μας, σε συνθήκες βαθέματος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης και παρόξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών δικαιολογούν όχι μόνο στη συνέχιση τους αλλά και τη γενίκευση τους σε ολόκληρη την περιοχή.
*
Η στρατηγική της καπιταλιστικής ανάκαμψης και της γεωστρατηγικής αναβάθμισης, αποτελεί σήμερα την πλέον επιθετική έκφραση της ελληνικής αστικής τάξης και του κράτους της, απέναντι στην εργατική τάξη, το λαό και τη νεολαία της χώρας –όπως και για τους λαούς των γειτονικών χωρών. Ενδεδυμένη το μανδύα της προόδου και της ανάπτυξης και εμβαπτισμένη στα νάματα της υποτέλειας και της εθνικοφροσύνης, επιχειρεί να αρθρώσει ένα νέο (επι)θετικό σχέδιο αστικής ηγεμονίας, υπό το οποίο στοιχίζεται όλος ανεξαιρέτως ο αστικός πολιτικός κόσμος με ελάχιστες διαφορές ως προς δευτερεύουσες πτυχές του. Ένα σχέδιο που στη βάση της εκτεταμένης καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων και την καταβαράθρωση της εργατικής τάξης που έχει συντελεστεί την τελευταία οχταετία, υπόσχεται την επανάληψη της «ισχυρής Ελλάδας» του σκληρού πυρήνα της ΟΝΕ και των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Την ισχυρή, στρατιωτικοποιημένη Ελλάδα του κράτους χωροφύλακα των ΗΠΑ στη Μεσόγειο, την Ελλάδα των στρατοπέδων συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών, την Ελλάδα της οικονομικής επέκτασης στα Βαλκάνια και τη Μ. Ανατολή.
Αν όμως η προ κρίσης «ισχυρή Ελλάδα» τροχοδρόμησε την μνημονιακή εποχή της κρίσης, η νέα «ισχυρή Ελλάδα» της μεταμνημονιακής εποχής θα αποτελέσει το επιστέγασμα της κρίσης, την πιο αποκαλυπτική έκφραση της οικονομικής και πολιτικής χρεοκοπίας της χώρας, την πιο ηχηρή επιβεβαίωση της ολοκληρωτικής αδυναμίας του καπιταλιστικού κόσμου να θεμελιώσει μια βιώσιμη στρατηγική για την κοινωνική πλειοψηφία.
Στην πραγματικότητα, με την εξαγγελία των «οικονομικών επιτυχιών» της κυβέρνησης, εγκαινιάζεται ένας νέος, ακόμα πιο σκληρός γύρος ταξικής επίθεσης: λιγότεροι μισθοί, λιγότερη περίθαλψη, λιγότερα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, περισσότεροι φόροι, περισσότερη καταστολή και περισσότερη εξαθλίωση είναι τα στοιχεία που συνθέτουν το νέο θαυμαστό κόσμο της ανάπτυξης που μας περιμένει μέσα στην καπιταλιστική Ευρώπη. Της ανάπτυξης που δομείται πάνω στις μολυσμένες θάλασσες και την καμένη γη των οικολογικών καταστροφών – της ανάπτυξης που έχει ανεξίτηλη την υπογραφή της στα καπιταλιστικά εγκλήματα στο Μάτι, την Κινέττα, τη Μάνδρα, το Σαρωνικό.
Εν αναμονή μάλιστα των χειροτέρων, που σε πείσμα των αστικών επιτελείων, έρχονται και μάλιστα σύντομα. Ήδη αναπροσαρμόζονται προς τα κάτω οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αύξηση του ελληνικού ρυθμού ανάπτυξης με άμεσο κίνδυνο τον εκτροχιασμό των σχεδιασμών για το χρέος, όπως και συνολικά για τους ρυθμούς ανάκαμψης στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ εν μέσω, όπως ομολογούν ευρωπαίοι αξιωματούχοι, «της αυξημένης οικονομικής αβεβαιότητας» που παράγουν οι αυξανόμενες εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ, η αστάθεια των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών, η όξυνση της γεωστρατηγικών εντάσεων, η κλιμάκωση του ανταγωνισμού με Κίνα –Ρωσία, η εκτόξευση του διεθνούς ιδιωτικού και δημόσιου χρέους.
Όσο για την «ειρήνη και τη σταθερότητα» που υποτίθεται ότι θεμελιώνουν οι πομπώδεις διακηρύξεις «περί της ισχυρής στρατιωτικά και γεωστρατηγικά Ελλάδας» αυτές συνιστούν στην πράξη την πολιτική και ιδεολογική αποδοχή του Πολέμου και των συνεπειών του. Ενός πολέμου για τη διασφάλιση των πηγών κερδοφορίας του ελληνικού καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού, τη στιγμή που η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα κλιμακώνεται σε ένα ολόκληρο τόξο που φτάνει από τις χώρες της Βαλτικής και την Ουκρανία έως τον Καύκασο και τη Συρία, τη Μ. Ανατολή και Β. Αφρική δημιουργώντας όρους γενικευμένης πολεμικής ανάφλεξης.
Θα αποτελούσε ωστόσο ανεπίτρεπτη αφέλεια, αν η τακτική από τη δική μας πλευρά επαφιόταν στην όξυνση των εγγενών αντιθέσεων του συστήματος και της αστάθειας που αυτή παράγει. Γιατί όπως σαφώς έδειξε η κρίσιμη διετία 2010-2012, η απότομη και σε βάθος αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών απαιτεί αντίστοιχου βάθους πολιτική και ταξική οργάνωση ώστε η αυθόρμητη εξέγερση να κάνει το αποφασιστικό βήμα προς την αυτοτελή επαναστατική δράση. Πόσο μάλλον σήμερα, εν μέσω κινηματικής άμπωτης, όπου η αυθόρμητη κίνηση των μαζών έχει συρρικνωθεί σημαντικά ή ακόμα κινδυνεύει να εκτραπεί σε οδούς αντιδραστικούς για το λαϊκό κίνημα.
Στην κατεύθυνση αυτή, η περίοδος που ανοίγεται μπροστά μας είναι σημαντική. Ο νέος γύρος της αντεργατικής-αντιλαϊκής επίθεσης που προετοιμάζεται δεν επιτρέπει καθυστερήσεις και κωλυσιεργίες
Απέναντι σε αυτήν την πολύ συγκεκριμένη διάταξη μάχης που λαμβάνει ο ταξικός εχθρός σήμερα, μοναδική διέξοδος για όλους τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τις νέες και τους νέους, για όλους εμάς που βλέπουμε το παρόν μας να συνθλίβεται μέσα στις ατελείωτες μορφές ελαστικής εργασίας και τα προγράμματα κατάρτισης, την απλήρωτη εργασία, τους χαμηλούς μισθούς και την εργοδοτική αυθαιρεσία και το μέλλον μας να υποθηκεύεται – ακόμα και ως κρέας για κανόνια- στο όνομα αστικών και ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, είναι αυτή του μαζικού ανυποχώρητου ταξικού αγώνα.
Του αγώνα για δουλειά, αξιοπρεπή μισθό, συνδικαλιστικά δικαιώματα. Του αγώνα για κοινωνική ασφάλιση, δημόσια υγεία και παιδεία. Ενός αγώνα που επικοινωνεί και αλληλεπιδρά με τον αγώνα ενάντια στον πόλεμο, τον εθνικισμό, το φασισμό και ενοποιείται πολιτικά στην πάλη για την ανατροπή της διπλής κυριαρχίας αστικής τάξης και ιμπεριαλισμού ανοίγοντας το δρόμο στην προοπτική της κοινωνικής επανάστασης.
Παραμερίζοντας ηγεμονισμούς, τακτικισμούς και εσωστρέφειες, οι δυνάμεις του κινήματος που βρέθηκαν σε κοινές πρωτοβουλίες αγώνα το προηγούμενο διάστημα πρέπει άμεσα να ξανασυναντηθούν, πιο αναβαθμισμένα αυτή τη φορά. Το άνοιγμα ενός εκ βαθέων διαλόγου ανάμεσά τους αποτελεί ένα από τα κρίσιμα ζητήματα του καιρού μας!
ΤΑΞΙΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ ( Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών)