Η διαχείριση της πανδημίας από τα κράτη και τις κυβερνήσεις του λεγόμενου «ανεπτυγμένου κόσμου», παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις που μπορεί να παρουσιάζουν ως προς την εφαρμογή του μοντέλου «μένουμε σπίτι», συγκλίνουν σε μια κοινή στρατηγική: τη συνέχεια πάση θυσία της κερδοφορίας του κεφαλαίου, της επιβίωσης με άλλα λόγια του καπιταλισμού. Υπό την πραγματική απειλή του ιού -ο οποίος αν και ταξικά τυφλός η πολιτική διαχείριση του είναι βαθιά ταξική- χαράσσεται η θανατοπολιτική των εκάστοτε κρατών, με τρόπο αποκαλυπτικό ως προς τη βαρβαρότητα του πολιτισμού του κεφαλαίου. Αποκαλυπτικό, με όρους ζωής και θανάτου, ως προς το ποιος είναι πιο αναλώσιμος, ποιός αξίζει να πεθάνει και ποιος να ζήσει, ποίος θα έχει πρόσβαση στο αγαθό της υγείας. Και το πεδίο άσκησης αυτής της κατασταλτικής πολιτικής, με την πιο ουσιαστική έννοια του όρου, δεν είναι άλλο από τα σώματα όλων εκείνων που παράγουν τον πλούτο αυτού του κόσμου, αλλά και εξίσου, όλων εκείνων που θεωρούνται παράσιτοι στην παραγωγή: η εργατική τάξη, οι προλετάριοι/ες, μαζί με τους/τις έγκλειστους/ες, τους/ις κοινωνικά αποκλεισμένους/ες, τους/ις κρατούμενους/ες, μετανάστ(ρι)ες και ντόπιους/ες, συνθέτουν εν πολλοίς τον κόσμο εκείνο που, με διαφορετικούς όρους, τρόπους και εντάσεις, στον καιρό της πανδημίας, στέλνονται στο θάνατο. Τον οικονομικό ή τον φυσικό.
Οι εργάτες και οι εργάτριες, οι εργαζόμενοι/ ες στα νοσοκομεία, στα εργοστάσια, στα σουπερ μάρκετ, στις αποθήκες, στα τηλεφωνικά κέντρα, οι κούριερς, οι οδηγοί στα μέσα μεταφοράς, αλλά και οι απολυμένοι/ ες, καθώς και αυτοί/ες που εξαναγκάζονται να «μείνουν σπίτι» με επιδόματα πείνας. Το «μένουμε σπίτι» όχι των διάσημων και των πλούσιων που με θράσος επιδεικνύουν τις επαύλεις τους στα σόσιαλ μίντια, αλλά των διαμερισμάτων των λίγων τετραγωνικών όπου αναγκάζονται συχνά να περιοριστούν ολόκληρες οικογένειες, των κονσερβοκουτιών, που για χιλιάδες γυναίκες ανά τον κόσμο σημαίνει τον εγκλεισμό με τους κακοποιητές τους, ακόμα και δολοφόνους τους, όπως στην περίπτωση της γυναίκας που δολοφονήθηκε από το σύζυγο της στην Ιταλία. Παράλληλα με όλους/ες αυτούς/ες, οι παράσιτοι/ες του κεφαλαίου: οι ηλικιωμένοι/ες στους οίκους ευγηρίας, οι άνθρωποι που πάσχουν από χρόνιες νόσους ή ψυχικά νοσήματα και ζουν έγκλειστοι σε ιδρύματα και δομές παραδοσιακά παρατημένες από το κράτος. Οι κρατούμενοι και οι κρατούμενες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στις φυλακές και τα κάθε είδους κέντρα κράτησης.
Πως μεταφράζεται πρακτικά αυτή η πολιτική θανάτου; Όσο απροετοίμαστη ήταν η παγκόσμια οικονομία, η επιστημονική κοινότητα, τα κράτη και οι κυβερνήσεις για την έλευση της πανδημίας, άλλο τόσο συντεταγμένη και γνώριμη είναι η συνταγή της καταστολής με όρους μιλιταρισμού και οικονομικής αφαίμαξης της εργατικής τάξης. Βλέπουμε έτσι μια κοινή στρατηγική, τουλάχιστον για τα κράτη της ΕΕ και τις ΗΠΑ, που για τον κόσμο της εργασίας σήμαινε απολύσεις, μειώσεις μισθών, ελαστικότητα, εντατικοποίηση και επικίνδυνες εργασιακές συνθήκες. Με λίγα λόγια, τον οικονομικό ‘θάνατο’ της φτώχιας και της εξαθλίωσης, που φαίνεται να παίρνει μαζικές διαστάσεις στο άμεσο μέλλον, με προμήνυμα όσων έπονται τις εικόνες από τις πρώτες απαλλοτριώσεις σούπερ μάρκετ στον ιταλικό νότο και τις ατελείωτες ουρές στα ταμεία ανεργίας των εκατοντάδων χιλιάδων απολυμένων στις ΗΠΑ. Και παράλληλα, τον φυσικό θάνατο ενεργών εργατών/τριων ανά τον κόσμο από τον Covid -19 που αναγκάζονται να εργάζονται χωρίς τα στοιχειώδη μέτρα προστασίας της υγείας τους. Ενδεικτικοί είναι οι συντριπτικοί αριθμοί των θανάτων των μαύρων προλετάριων στην Αμερική από κορονοϊό, αλλά και οι χιλιάδες θάνατοι στη Λομβαρδία των ανοιχτών εργοστασίων. Ενδεικτική είναι και η περίπτωση του «ελληνικού παραδείγματος», με τον νεκρό 52χρονο εργάτη της βιομηχανικής περιοχής της Σίνδου. Σε αυτή τη βάση, τα ταξικά- εργατικά κινήματα ανά τον κόσμο, εν μέσω πανδημίας, με απεργίες έχουν θέσει ως κεντρικό το αίτημα της προστασίας της ζωής των εργαζόμενων και την παύση της παραγωγής που δεν σχετίζεται με την κοινή ωφέλεια, παράλληλα με τη μη μεταβολή των εργασιακών όρων. Και αν αυτό είναι το τίμημα που καλούνται και θα κληθούν να πληρώσουν οι λαοί στο βωμό του κέρδους στις ανεπτυγμένες χώρες του καπιταλιστικού Βορρά, στα υπεδάφη της καπιταλιστικής περιφέρειας, στις ζώνες του πολέμου και της ιμπεριαλιστικής λεηλασίας, αυτό που προδιαγράφεται για τους ανθρώπους αυτών των κοινωνιών είναι η περαιτέρω εξαθλίωση, οι λιμοί, οι θάνατοι.
Η άλλη όψη αυτής της θανατοπολιτικής των αστικών κρατών συνίσταται στη συντεταγμένη πολιτική που ακολουθείται εν μέσω του Covid -19 ως προς τους κοινωνικά και παραγωγικά απόκληρους. Τους ‘τρόφιμους’ των κάθε λογής ιδρυμάτων και ιδίως των ηλικιωμένων στους οίκους ευγηρίας, που αφήνονται να πεθάνουν απομονωμένοι, στη μοναξιά και την εγκατάλειψη, όπως φάνηκε με τους μαζικούς θανάτους από κορονοϊό στα γηροκομεία σε διάφορες πόλεις του «πολιτισμένου» δυτικού κόσμου. Όπως και η περίπτωση του Γηροκομείου Αθηνών, που εν μέσω Covid -19 έκανε δημόσια έκκληση στην κοινωνία, λόγω έλλειψης στα βασικά ήδη για την επιβίωση των κατοίκων του και της χρόνιας εγκατάλειψης από τις δημοτικές αρχές και το κράτος. Παράλληλα, όλους εκείνους και εκείνες που είναι έγκλειστοι/ ες στα κέντρα κράτησης και τις φυλακές, σαν χώρους εγκλεισμού, υπερπληθυσμού, άθλιων συνθηκών διαβίωσης και συνύπαρξης ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Σε αυτούς τους χώρους παγκοσμίως, αντί για την αποσυμφόρηση, ακολουθείται η πολιτική της ωμής καταστολής, της απομόνωσης, της στέρησης των στοιχειωδών δικαιωμάτων των κρατούμενων, την απουσία οποιασδήποτε μέριμνας και υγειονομικών μέτρων, μια πολιτική που καθιστά την ήδη οριακή διαβίωση στη φυλακή αβίωτη. Μια συνθήκη που ειδικά για την κόλαση των στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών όπως η Μόρια -χωρητικότητας 3.000, όπου ζουν σήμερα πάνω από 20.000 άνθρωποι- σημαίνει ασφυξία. Ωστόσο, μέχρι τώρα, ήδη σε δύο camp στην ελληνική επικράτεια, τη Μαλακάσα και τη Ριτσώνα, έχει εισχωρήσει ο κορονοιός. Να προσθέσουμε επίσης, πως στις φυλακές της Λάρισας, στάλθηκαν μάσκες για τους κρατούμενους από δομές αλληλεγγύης και η άθλια διοίκηση των φυλακών αρνήθηκε να τους τις δώσει.
Ήδη από την αρχή της πανδημίας και την επιβολή των μέτρων καταστολής, με το αίτημα της αποσυμφόρησης ξέσπασαν εξεγέρσεις σε φυλακές στην Ιταλία –όπου υπήρξαν δεκάδες νεκροί, την Ισπανία, την Κολομβία, σε διάφορες πόλεις των ΗΠΑ, το Ιράν, την Ελλάδα κ.α. Στις γυναικείες φυλακές της Θήβας πραγματοποιήθηκε μια από τις κορυφαίες στιγμές για το εγχώριο κίνημα των φυλακών, με την εξέγερση των γυναικών έπειτα από το θάνατο της κρατούμενης Ατζιζέλ Ντενίρογλου με συμπτώματα όμοια με εκείνα του Covid -19, λόγω της εγκληματικής στάσης της φυλακής, με αποτέλεσμα τη βίαιη καταστολή από τις αστυνομικές δυνάμεις, τον ξυλοδαρμό τους και εν τέλει τη δίωξη τους. Παράλληλα, στο προαναχωρησιακό κέντρο της Μόριας, οι κρατούμενοι μετανάστες ξεκίνησαν απεργία πείνας με αίτημα την απελευθέρωση τους, ενώ λίγες μέρες αργότερα απεργία πείνας πραγματοποίησαν και στο Παρανέστι της Δράμας διαμαρτυρόμενοι για τις συνθήκες διαβίωσης.
Σε αυτό το σημείο έχει ιδιαίτερη σημασία να αναφερθούμε στο παράδειγμα της Ισπανίας: μια χώρα γνωστή για την ιδιαίτερη σκληρότητα και την αναβαθμισμένη οργάνωση του ‘σωφρονιστικού’ της συστήματος, στον αντίποδα της μακράς ιστορίας του αναρχικού και κομμουνιστικού κινήματος, όσο και του βασκικού, με επίκεντρο την ΕΤΑ των χιλιάδων κρατούμενων, μια ιστορία αγώνων μέσα και έξω από τις φυλακές. Στην Ισπανία λοιπόν, εν μέσω πανδημίας, με χιλιάδες θανάτους ανθρώπων από Covid -19, αναδεικνύεται μια ακόμη διεστραμμένη όψη του κεφαλαίου: εκείνη που ακόμα και την πιο τραγική και επίπονη ανθρώπινη κατάσταση, επιχειρεί να τη μετατρέπει σε ‘ευκαιρία’ κερδοφορίας. Μια συνθήκη που αφορά στα ‘προγράμματα’ εργασιακής εκμετάλλευσης των κρατουμένων με όρους πραγματικής σκλαβιάς μέσα στις ισπανικές φυλακές, μια πρακτική που ακολουθείται ήδη εδώ και δεκαετίες από το ισπανικό κράτος σε συνεργασία με μερίδες του κεφαλαίου. Πρόκειται για ‘προγράμματα’ στα οποία συμμετέχουν πάνω από 100 ιδιωτικές εταιρείες, που προσλαμβάνουν κρατούμενους με μισθούς εξευτελιστικά χαμηλούς, σε ένα εργασιακό καθεστώς με ελάχιστα έως καθόλου δικαιώματα. Κάποιες από τις εταιρείες που επωφελούνται από τα φθηνά εργατικά χέρια των κρατούμενων, είναι η ACS, η SΕΑΤ, η VOLVO, η RENAULT, η RAIMAT, η Τelefonica, και πολλές άλλες. Για παράδειγμα τα πολυκαταστήματα ‘Corte Inglés’ αποκομίζουν τεράστια κέρδη από τις φυλακές της Καταλονίας, καθώς είναι ο βασικός προμηθευτής όλων σχεδόν των προϊόντων τους, τα οποία παράγονται από τους/τις κρατούμενους/ες, με μισθούς πείνας όταν και αν τους καταβάλλονται. Μάλιστα, ο Florentino Perez, διευθύνων σύμβουλος της ACS και πρόεδρος της Ρεάλ Μαδρίτης, κατασκευάζει φυλακές σε διάφορες περιοχές της Ισπανίας και έπειτα εισπράττει ενοίκιο της τάξης του ενός εκατομμυρίου για καθεμιά από αυτές.
Σύμφωνα με την αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση CNT, η εργασία των κρατούμενων στο πλαίσιο αυτών των προγραμμάτων συνεχίζεται κανονικά εν μέσω της πανδημίας, χωρίς να τηρούνται ούτε τα στοιχειώδη μέτρα προστασίας, την ίδια ώρα που εκατοντάδες άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά έξω από τα τείχη των φυλακών. Αλλά και μέσα στις ισπανικές φυλακές ήδη ο ιός έχει εισχωρήσει: μια κρατούμενη 76 χρονών πέθανε από τον Covid -19. Μια κρατούμενη που ήδη, σύμφωνα με την ποινική νομοθεσία, έπρεπε να βρίσκεται ελεύθερη με περιοριστικούς όρους λόγω της ηλικίας της. Ακόμη, πολλοί σωφρονιστικοί υπάλληλοι βρέθηκαν θετικοί στον κορονοϊό και περίπου διακόσιοι βρίσκονται σε καραντίνα. Δεδομένης της μαζικότητας και τoυ υπερπληθυσμού των φυλακών, φαίνεται αδύνατον να ανακοπεί η εξάπλωση της επιδημίας. Σε άλλη φυλακή, απομονώθηκε μια ολόκληρη πτέρυγα για να πάνε άτομα που έχουν μολυνθεί από τον ιό, ενώ οι υπόλοιποι παραμένουν κλεισμένοι και απομονωμένοι στα κελιά τους. Στις γυναικείες φυλακές της Βαρκελώνης παρατηρήθηκε το πρώτο κρούσμα, μια γυναίκα που είχε συμπληρώσει σχεδόν την ποινή της, η οποία αποφυλακίστηκε, χωρίς ωστόσο να εξεταστούν οι συγκρατούμενες της με τις οποίες μοιραζόταν το κελί της. Την ίδια ώρα, οι σωφρονιστικοί που είχαν έρθει σε επαφή μαζί της δεν τηρούσαν κανένα μέτρο ασφαλείας για να αποτρέψουν τη διασπορά του ιού στις υπόλοιπες κρατούμενες. Ήδη σε φυλακές της Ισπανίας έχουν ξεσπάσει εξεγέρσεις, ενώ έχουν γίνει και απεργίες πείνας με αίτημα την άμεση αποσυμφόρηση τους.
Σε αυτό τη συνθήκη, οι κρατούμενοι και οι κρατούμενες που συμμετέχουν στα προγράμματα εργασίας, υπό τον εκβιασμό της (όποιας) επιβίωσης είναι δύο φορές καταδικασμένοι/ες, ενώ ταυτόχρονα είναι διπλά εκτεθειμένοι/ες να μολυνθούν από τον κορονοϊό, αφού στο πλαίσιο της παραγωγής τα φορτηγά που μεταφέρουν τα υλικά δεν σταματούν να μπαινοβγαίνουν από τις φυλακές, ενώ κανείς δεν φοράει γάντια και μάσκες. Παράλληλα, ενώ οι ίδιοι εργάζονται χωρίς κανένα μέτρο αυτοπροστασίας συμβαίνει το εξής προκλητικό: στο πλαίσιο αυτών των προγραμμάτων κατασκευάζουν μάσκες και άλλα υγειονομικά προϊόντα, τα οποία βέβαια δεν προορίζονται για το δημόσιο σύστημα υγείας, αλλά για παραγγελίες άλλων ιδιωτικών εταιρειών. Μια συνολική κατάσταση που στον καιρό της πανδημίας αναπόφευκτα φέρνει στο νου το γνωστό σύνθημα κρεμασμένο στην είσοδο του Νταχάου: ‘Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΕΙ’.
Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών)