Παρά το βροχερό καιρό, η πρώτη Προβολή-Παρουσίαση στα Εξάρχεια του ντοκιμαντέρ “Οι Παρτιζάνοι των Αθηνών” των συντρόφων Ξενοφώντα Βαρδαρού και Γιάννη Ξύδα πραγματοποιήθηκε κανονικά σε αίθουσα του Αίθριου της Αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου, με τη συμμετοχή πολλών δεκάδων συντρόφων και συντροφισσών.
Πριν από την προβολή προηγήθηκε, μια εισαγωγή όπου -μεταξύ άλλων- εκφράσαμε την περηφάνια και τη χαρά μας γι’ αυτήν τη βραδιά (σε μια γειτονιά κι ένα κτίριο με βαρύ αγωνιστικό φορτίο στην Ιστορία του τόπου μας), ένας σύντομος χαιρετισμός από το σύντροφο Γ.Ξύδα και μια εισήγηση από την Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών) και τους Συντρόφους-Συντρόφισσες που συνδιοργανώσαμε τη συγκεκριμένη εκδήλωση.
Μετά την ολοκλήρωση της προβολής, ακολούθησε η γραπτή τοποθέτηση συντρόφισσας που ανέδειξε την ιδιαίτερα σημαντική συμβολή των Γυναικών στην Αντίσταση και τον Αγώνα ενάντια στη ναζιστική-φασιστική κατοχή και τον ντόπιο δωσιλογισμό, η προφορική τοποθέτηση συντρόφου μας που -μεταξύ άλλων- ανέδειξε την κοινωνική συνθήκη, τα πολιτικά χαρακτηριστικά και τις μορφές οργάνωσης που κατέστησαν εφικτή τη λαϊκή εποποιία της δεκαετίας του ‘40, και ολοκληρώθηκε με την ανάγνωση του αποσπάσματος “Η Μάχη της Διδότου” από το βιβλίο “Αθήνα”που είχε γράψει το 1945 η αγωνίστρια Μέλπω Αξιώτη.
Κατά τη διάρκεια της Εκδήλωσης λειτούργησε βιβλιοπωλείο με πάγκους του κινηματικού εκδοτικού εγχειρήματος Los Solidarios και του Ταμείου Αλληλεγγύης φυλακισμένων και διωκόμενων αγωνιστών καθώς και έκθεση με σπάνιο φωτογραφικό υλικό για την Αντίσταση την περίοδο της Κατοχής στην Αθήνα.
Μια βραδιά γεμάτη συγκίνηση και συντροφικότητα, μια βραδιά που με τον τρόπο της έφερε στο προσκήνιο μια παλιά έγκυρη διαπίστωση:
ΚΙΝΗΜΑ ΧΩΡΙΣ ΜΝΗΜΗ -ΚΙΝΗΜΑ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ.
ΥΓ: Η συγκεκριμένη Εκδήλωση αφιερώνεται στη Μνήμη των Παρτιζάνων των Αθηνών (Μαρία Βοσκοπούλου, Νίκος Μπαλάνος, Γιώργος Παπαδημητρίου, Ζωή Πετροπούλου) που δυστυχώς έφυγαν από τη ζωή, πριν προλάβουν να δουν την ιστορία τους, την Ιστορία μας στη μεγάλη οθόνη…
Ακολουθεί η Εισήγηση της Εκδήλωσης:
Οι ‘Παρτιζάνοι των Αθηνών’ είναι ένα ντοκιμαντέρ που αφηγείται την ιστορία της Αντίστασης την περίοδο της Κατοχής στην Αθήνα, έναν πόλεμο στην πόλη. Πριν την προβολή, θεωρούμε πως θα είχε ενδιαφέρον να αναφερθούμε συνοπτικά σε κάποια βασικά χαρακτηριστικά της Αθήνας του ’40 και να σκιαγραφήσουμε το ιστορικό πλαίσιο του αγώνα αυτού.
Τις παραμονές της Κατοχής, η Αθήνα είχε αρχίσει σταδιακά να προσαρμόζεται στις επιταγές της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Εκείνη την περίοδο, θα είναι πλέον εμφανή τα σημάδια της άγριας αστικοποίησης που ξεκίνησε με το μεγάλο κύμα των Μικρασιατών προσφύγων από τη δεκαετία του ’20, αλλά και από τους εσωτερικούς μετανάστες της επαρχίας. Αυτή η διαδικασία θα αποτυπωθεί και στην πολεοδομία της Αθήνας, με τη δημιουργία των νέων προσφυγικών συνοικιών, κυρίως στις δυτικές περιοχές και κοντά σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Μεγάλες μάζες προσφύγων εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Νέας Ιωνίας, όπου έπειτα αναπτύχθηκε βιομηχανία. Επίσης, πολλοί πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σε ήδη βιομηχανικές περιοχές της Αθήνας, όπως ο Ταύρος, το Δουργούτι (Nέος Κόσμος), του Χαροκόπου, και στον Πειραιά, στον Κορυδαλλό, την Κοκκινιά, το Κερατσίνι και τη Δραπετσώνα. Άλλες συνοικίες συγκροτήθηκαν εκτός πόλης αλλά και εκτός βιομηχανίας, όπως το Περιστέρι και το Αιγάλεω, ενώ σε άλλες περιοχές οι οικισμοί εγκαταστάθηκαν απλά έξω από την πόλη, όπως ήταν οι περιπτώσεις της Καισαριανής, του Βύρωνα και του Υμηττού. Η σύνδεση αυτή της βιομηχανικής παραγωγής με τον τόπο κατοικίας συντέλεσε σταδιακά στην ταξική δόμηση της πρωτεύουσας, διεργασία κατά την οποία οι πρόσφυγες θα επιτελέσουν καθοριστικό ρόλο.
Την περίοδο του Μεσοπολέμου, στις γειτονιές αυτές, θα δοθούν σημαντικοί αγώνες για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, διαδικασία που σφυρηλάτησε τις ταξικές συνειδήσεις αυτών των ανθρώπων και τους έφερε πιο κοντά στα απελευθερωτικά προτάγματα του κομμουνισμού, ένα γεγονός που μαρτυρούσε και η σταδιακή εκλογική άνοδος του ΚΚΕ σε αυτές τις περιοχές. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, οι ταξικοί συσχετισμοί της πόλης θα ενταθούν όταν οι συνοικίες αυτές θα βρεθούν στο επίκεντρο του αντιστασιακού αγώνα. Στην πραγματικότητα της Κατοχής, της διάλυσης του κοινωνικού ιστού και των στερήσεων, η γειτονιά και μάλιστα η λαϊκή, θα οργανώσει τα απαραίτητα δίκτυα αλληλεγγύης για την επιβίωση των κατοίκων της και αργότερα θα αποτελέσει το ασφαλές καταφύγιο των παρτιζάνων του ΕΛΑΣ.
Σε οικονομικό επίπεδο, οι καταστροφικές συνέπειες της Κατοχής στην Αθήνα υπήρξαν ολοκληρωτικές. Οι επιπτώσεις της οικονομικής πολιτικής της ναζιστικής Γερμανίας, υπήρξαν πολύ πιο άμεσες και ριζικές για την ελληνική οικονομία και τις υπόλοιπες λιγότερο ανεπτυγμένες οικονομίες, καθώς οι πρώτες ύλες τους και η αγροτική τους παραγωγή θα μεταφέρονταν στη Γερμανία. Η επίταξη και χρήση των τροφίμων, αποτέλεσε την κύρια αιτία για το ξέσπασμα του λιμού το χειμώνα του ’41-’42, που αποδεκάτισε τον πληθυσμό της Αθήνας, ενώ η επίταξη των μέσων συγκοινωνίας και των καυσίμων, απέκλεισε την οικονομία των πόλεων από τις αγροτικές περιοχές, αλλά περιόρισε και τις μεταφορές. Δημιουργήθηκε με αυτό τον τρόπο, ένα σύστημα κλειστών οικονομιών, χωρίς επικοινωνία μεταξύ τους, ενώ παράλληλα δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία των μαύρων αγορών.
Η άνθιση του συστήματος της μαύρης αγοράς, θα αποτελέσει έναν τρόπο διάθεσης προϊόντων, μέσω του οποίου με έναν τρόπο θα συγκροτηθούν και θα διαταχθούν δύο αντίπαλα στρατόπεδα στην πόλη. Είναι αυτό το σύστημα που σε μεγάλο βαθμό θα καθορίσει και την μεταπολεμική ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας. Το σύστημα της μαύρης αγοράς αποτέλεσε μηχανισμό συγκέντρωσης πλούτου που τροφοδοτούνταν από δύο πηγές αγοραστών. Η πρώτη, προερχόταν από τα εισοδήματα των συνεργατών των Γερμανών και η δεύτερη, από τη ρευστοποίηση περιουσιών. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρώτη φάση ανάπτυξης της Αντίστασης και η στρατηγική του ΕΑΜ και του ΚΚΕ δε θα μπορούσε παρά να εστιάσει στην επίλυση του επισιτιστικού προβλήματος.
Με την ανάπτυξη της αντίστασης άρχισε να λειτουργεί περισσότερο ο μηχανισμός του δελτίου, ενώ παράλληλα, σε διάφορες περιπτώσεις αναπτύχθηκαν πετυχημένοι εργατικοί αγώνες και απεργίες, με αίτημα τη διανομή τροφίμων στους χώρους εργασίας. Ταυτόχρονα, άρχισαν να λειτουργούν οι πρώτοι συνεταιρισμοί και να οργανώνεται το επαρχιακό εμπόριο, οικονομικές πολιτικές που οργάνωσε το ΕΑΜ και η ΠΕΕΑ. Από το ’43, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν τα συσσίτια, η διανομή των οποίων συχνά γινόταν υπό την προστασία ομάδων περιφρούρησης της Αντίστασης. Προς τα τέλη του ’43, το ΕΑΜ θα πραγματοποιήσει σε συστηματική βάση επιθέσεις σε αποθήκες μαυραγοριτών κατάσχοντας τρόφιμα και διανέμοντας τα αργότερα σε τιμές δελτίου, στις συνοικίες, δίνοντας το αποφασιστικότερο χτύπημα στο σύστημα της μαύρης αγοράς.
*
Στον απόηχο της νίκης του Κόκκινου Στρατού στο Στάλινγκραντ, η απόφαση των Γερμανών το Φλεβάρη του 1943 για την πολιτική επιστράτευση των Ελλήνων, θα εγκαινιάσει μια νέα περίοδο μαζικοποίησης του Αντίστασης με μεγαλειώδεις πορείες στο κέντρο της πόλης. Το ΕΑΜ θα κηρύξει απεργία με αφορμή τις φήμες τον Δεκέμβρη του ‘42 για επικείμενη πολιτική επιστράτευση ελλήνων εργατών σε γερμανικά εργοστάσια. Η πορεία θα επιχειρήσει να κατευθυνθεί μέσω του Πολυτεχνείου προς το Υπουργείο Εργασίας, που βρισκόταν στη συμβολή των οδών Τοσίτσα και Μπουμπουλίνας και εκεί για πρώτη φορά κάνουν την εμφάνιση τους οργανωμένες ομάδες περιφρούρησης. Θα σημειωθούν επεισόδια ανάμεσα στους διαδηλωτές και σε ομάδα ανδρών της Ειδικής Ασφάλειας και στην οδό Ζαΐμη θα πέσει νεκρός ο φοιτητής Δημήτρης Κωνσταντινίδης.
Έπειτα από την επίσημη πλέον ανακοίνωση της επιστράτευσης, στις 24 Φλεβάρη, μια μέρα μετά από την ίδρυση της ΕΠΟΝ, θα πραγματοποιηθεί η επόμενη μεγάλη διαδήλωση, με κατεύθυνση το Εργατικό Κέντρο, αλλά και το Υπουργείο Εργασίας. Οι διαδηλωτές εισβάλλουν στο Υπουργείο Εργασίας, καίνε πολλά έγγραφα και προκαλούν υλικές ζημιές. Στους δρόμους από το Σύνταγμα μέχρι το Πολυτεχνείο γίνονται σφοδρές συγκρούσεις με δεκάδες τραυματίες αλλά και νεκρούς. Η επόμενη διαδήλωση τον Μάρτη, θα εξελιχθεί και πάλι σε αιματηρή μάχη, ενώ οι διαδηλωτές εισβάλλουν ξανά στο Υπουργείο Εργασίας, αυτή τη φορά καταστρέφοντας ολοσχερώς τις λίστες με τα ονόματα των 80.000 εργατών που προορίζονταν για επιστράτευση, αναγκάζοντας τελικά τους ναζί να αποσύρουν το μέτρο.
Είκοσι μέρες αργότερα, στην τεράστια πορεία για την επέτειο της 25ης Μαρτίου θα σημειωθούν νέες οδομαχίες με νεκρούς και τραυματίες. Τον Ιούνιο του ’43 πραγματοποιείται πορεία διαμαρτυρίας για την εκτέλεση των 106 κομμουνιστών στο Κούρνοβο και στην οδό Πραξιτέλους θα πέσει νεκρή η επονίτισσα Ελένη Παπαγεωργίου. Αργότερα το καλοκαίρι, η μαζική διαδήλωση με αφορμή την απειλούμενη επέκταση της βουλγαρικής ζώνης κατοχής στην Κεντρική Μακεδονία, θα κλείσει τον κύκλο των μαζικών κινητοποιήσεων στο κέντρο της Αθήνας.
Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοφανούς μαζικοποίησης και ριζοσπαστικοποίησης του κινήματος, η πολιτική της δοσίλογης κυβέρνησης Ράλλη θα εγκαινιάσει την πιο σκληρή φάση του αγώνα, εκείνη των εμφύλιων πράξεων στην Αθήνα. Στην υπηρεσία αυτής της πολιτικής ιδρύονται ήδη από τον Απρίλιο τα Τάγματα Ασφαλείας, που μαζί με το Μηχανοκίνητο Τμήμα της Αστυνομίας Πόλεων, αλλά και τη Διεύθυνση Ειδικής Ασφάλειας του Κράτους θα αποτελέσουν τον βασικό εκτελεστικό βραχίονα του μπλοκ της αντεπανάστασης. Από τον Οκτώβριο του ’43, που η Ειδική ανέλαβε εξ’ ολοκλήρου τη «δίωξη του κομουνισμού» στην Αθήνα, θα επιφορτιστεί με το συντονισμό των διάφορων αντικομουνιστικών ομάδων και οργανώσεων, όπως της «Χ» και της ομάδας Παπαγεωργίου στο Παγκράτι, συμμετέχοντας ενεργά στις συγκρούσεις και στις μετέπειτα μάχες, ενώ θα είναι υπεύθυνη για τους βασανισμούς και τις εκτελέσεις χιλιάδων αγωνιστών.
*
Σε αυτό το κλίμα, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του ’43, ο ΕΛΑΣ της Αθήνας ανασυγκροτείται, με την απόφαση της σύστασης του Α’ Σώματος Στρατού. Ήδη από τη συνθηκολόγηση των Ιταλών αρχίζει η επιχείρηση εξοπλισμού του ΕΛΑΣ με όπλα και πυρομαχικά, ενώ η Κομματική Οργάνωση Αθήνας θα σχεδιάσει τον Πανελλαδικό Έρανο Εθνικής Απελευθέρωσης. Μέχρι τα τέλη του ’43, ο ΕΛΑΣ θα έχει εδραιώσει μια καλά οργανωμένη ένοπλη παρουσία στην Αθήνα, που ήταν σχεδόν ανεξάρτητη από το Γενικό αρχηγείο στα βουνά. Αρχίζει έτσι ουσιαστικά η φάση του ένοπλου αγώνα, με επίκεντρο πλέον τις συνοικίες. Αρχικά, η δράση των ελασιτων συνίσταται στην ένοπλη περιφρούρηση των συνεργείων «διαφώτισης» που γράφουν συνθήματα, μοιράζουν προκηρύξεις και μιλάνε με τα χωνιά, παράλληλα με την επαγρύπνηση για την προφύλαξη των συνοικιών.
Τον Νοέμβριο του ‘43, οι Γερμανοί θα αρχίσουν μια σειρά εκτελέσεων στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Την ίδια στιγμή, το γενικευμένο κλίμα τρομοκρατίας θα δώσει το έναυσμα για τις πρώτες πολιτικές εκτελέσεις από την Οργάνωση Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών, την ΟΠΛΑ, με κύριους στόχους κυρίως ταγματασφαλίτες και στελέχη της Ειδικής Ασφάλειας. Από την άνοιξη του ’44, αρχίζουν τα «μπλόκα» στις συνοικίες. Μεγάλη μερίδα όσων συλλαμβάνονταν στέλνονταν στα γερμανικά στρατόπεδα, άλλοι εκτελούνταν επιτόπου, ενώ άλλοι στέλνονταν στο στρατόπεδο θανάτου του Χαϊδαρίου. Εκεί, σε πολλές περιπτώσεις εκτελούνταν ως αντίποινα, όπως οι 200 κομμουνιστές που εκτελέστηκαν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής την Πρωτομαγιά του ’44. Τον Μάρτιο, θα δοθεί η πρώτη ανοιχτή μάχη του ΕΛΑΣ στην Κοκκινιά και από την άνοιξη του ’44 οι συγκρούσεις θα είναι σχεδόν καθημερινές. Πραγματοποιούνται δεκάδες μπλόκα στις ανατολικές συνοικίες, την Καλογρέζα, την Καλλιθέα, το Δουργούτι, την Κοκκινιά (για δεύτερη φορά) και σε άλλες περιοχές, με εκατοντάδες νεκρούς και ομήρους. Η σφοδρότητα των αψιμαχιών θα επιβάλει και τη δημιουργία μόνιμων οπλισμένων ομάδων περιφρούρησης των συνοικιών, τα κύτταρα του μόνιμου στρατού του ΕΛΑΣ Αθήνας.
*
Στο ντοκιμαντέρ, οι ίδιοι οι Παρτιζάνοι και οι Παρτιζάνες, κάποιοι από τους χιλιάδες αγωνιστές και τις αγωνίστριες που στελέχωσαν αυτό το μεγαλειώδες κίνημα, διηγούνται μέσα από τις δικές τους εμπειρίες, διαφορετικές όψεις αυτού του πολέμου και είναι από μόνοι τους συγκλονιστικοί. Η συνεισφορά των συντρόφων, που δημιούργησαν το ντοκιμαντέρ αφορά στον τρόπο που επέλεξαν να προσεγγίσουν αυτόν τον αγώνα, ως έναν αγώνα μαζικό και πολύμορφο με βαθιές ρίζες στην κοινωνία και το λαό. Αναδεικνύουν έτσι κάτι πολύ σημαντικό και καθόλου αυτονόητο: τη διαλεκτική σύνδεση των διαφορετικών αυτών εκφράσεων του Αγώνα, μέσα από τη σταδιακή κλιμάκωση, πολιτικοποίηση και μαζικοποίηση του.
Γιατί χωρίς τα συσσίτια των Λαϊκών Επιτροπών και της Εθνικής Αλληλεγγύης κατά τη διάρκεια του λιμού το ’41-’42, ο λαός της Αθήνας όχι μόνο δεν θα είχε επιβιώσει, αλλά δεν θα είχε αρχίσει να οργανώνει την Αντίσταση στη βία του κατακτητή. Χωρίς την κατάκτηση των δρόμων δεν θα μπορούσε να αρχίσει ο ένοπλος αγώνας του λαού της Αθήνας. Γιατί μέσα από αυτούς τους μαζικούς αγώνες, άρχισαν να ξεπηδούν οι χιλιάδες επονίτες και επονίτισες, οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες, που θα στελέχωναν αργότερα έναν ηρωικό παρτιζάνικο στρατό.
Με αυτόν τον τρόπο μονάχα είναι εφικτή και μια διαλεκτική προσέγγιση των κρίσιμων ζητημάτων που εκ των πραγμάτων θέτει το ντοκιμαντέρ: τον τρόπο ανάπτυξης των μαζικών κινημάτων, της πολιτικής οργάνωσης, το ζήτημα της λαϊκής αντιβίας, το ρόλο των γυναικών στους αγώνες και πολλά ακόμη.