“Αγωνιζόμαστε για να κάνουμε τους ανθρώπους να θυμούνται”: Συνέντευξη του συγγραφέα Τάσου Κατσαρού στην “Έφοδο στον Ουρανό”.


Συνέντευξη με τον Τάσο Κατσαρο, συγγραφέα των βιβλίων “Οι αντάρτες δεν προσκυνούν (μάχες του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη Θεσσαλονίκη)” και “Μια απόφαση μάχομαι μέχρι το τέλος”, που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διάδοση.

Από το δεύτερο τεύχος (Ιούνης 2018) της έντυπης παρέμβασης δρόμου της Ταξικής Αντεπίθεσης “Έφοδος στον Ουρανό”.

 

Έχεις γράψει δυο βιβλία με ιστορικό περιεχόμενο, αλλά με τα μάτια όχι στραμμένα προς το παρελθόν αλλά προ το μέλλον. Τι θεωρείς πως έχει να μας διδάξει στην παρούσα ιστορική στιγμή η ιστορική εμπειρία της αντίστασης ενάντια στην τριπλή κατοχή αρχικά κι έπειτα ενάντια στον μοναρχοφασισμό και τον βρετανικό και αμερικάνικο ιμπεριαλισμό;

Καταρχήν θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την φιλοξενία που μου κάνατε στην καινούργια αυτή δημιουργία της έντυπης παρέμβασης στην πόλη και εύχομαι αυτή η παρέμβαση να έχει ουσιαστικά αποτελέσματα στους στόχους που βάζετε.

Πολύ σωστά είπατε πως οι δύο ιστορικές μου έρευνες έχουν ως στόχο το να κατορθώσουμε να σχεδιάσουμε κομμάτια από το μέλλον. Και βέβαια, τα βιβλία αυτά είναι στρατευμένα στην υπόθεση της εργατικής τάξης.

Το ότι εντάσσονται στο χώρο της επαναστατικής Αριστεράς δεν σημαίνει πως κρύβονται κάποια ιστορικά γεγονότα ή πως αλλοιώνονται κάποια άλλα. Απλά θεωρώ πως, όπως στην τέχνη και στη διανόηση, έτσι και στην ιστορική έρευνα υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων που αντιπροσωπεύουν δύο διαφορετικούς κόσμους. Αυτοί που γράφουν για να κάνουν τον κόσμο να θυμάται και αυτοί που γράφουν για να κάνουν τον κόσμο να ξεχνά. Και οι μεν και οι δε είναι στρατευμένοι, σε διαφορετικά όμως στρατόπεδα. Οι δεύτεροι, οι θιασώτες της Τέχνης για την Τέχνη, που απαξιώνουν, όπως λένε, τη στρατευμένη Τέχνη και θεωρούν τους εαυτούς τους ελεύθερους και ανεξάρτητους, που δημιουργούν ανεπηρέαστοι τα έργα τους, είναι αυτοί που τους ανοίγονται οι πόρτες διάπλατα σε επιδοτήσεις από Ευρωπαϊκά προγράμματα και υπουργεία. Οι παραπάνω είναι στρατευμένοι στο πλευρό των καπιταλιστών, διότι επιδιώκουν να κάνουν τον κόσμο να ξεχνά. Υπό αυτήν την έννοια, αν και εγώ έκανα μια καταγραφή των δολοφονιών της κατοχικής περιόδου στη Θεσσαλονίκη και κατέληγα στο συμπέρασμα ότι είναι κακή η βία από όπου και αν προέρχεται, χωρίς να εξετάσω σοβαρά τις αιτίες και τα συμφέροντα που οδηγούσαν τους ανθρώπους στη βία, θα κατατασσόμουν και εγώ ανάμεσα σε όσους επιδιώκουν τη λήθη.

Η άλλη κατηγορία, οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι της τάξης μας, οι εργάτες του πνεύματος που δεν θεωρούν τον εαυτό τους κάτι διαφορετικό από το σύνολο της τάξης, παλεύουν δυστυχώς μόνοι, χωρίς να έχουν κατορθώσει να δημιουργήσουν μια πολιτιστική συλλογικότητα, πόσο μάλλον να ενταχθούν σε μία πολιτική. Αυτοί οι άνθρωποι, οι περισσότεροι άγνωστοι ακόμη και σε εμάς, προσπαθούν εξατομικευμένα να συνδυάσουν το κομμάτι της επιβίωσης με αυτό της δημιουργίας της προλεταριακής τέχνης. Είναι αυτοί που αγωνίζονται για να κάνουν τους ανθρώπους να θυμούνται.

Θεωρώ πως το ότι εμείς σήμερα υπάρχουμε έχοντας διαμορφωμένη μια αντικαθεστωτική και επαναστατική κουλτούρα έχει ακριβώς να κάνει με τους πολύ σημαντικούς αγώνες που έδωσαν οι πολιτικοί μας πρόγονοι την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου.

Με βάση λοιπόν αυτές τις δύο ιστορικές έρευνες που έκανα, είναι εντυπωσιακό κανείς να δει το τι σημαντική δουλειά είχαν κάνει οι άνθρωποι του παράνομου ΚΚΕ, όχι μόνο την περίοδο της κατοχής αλλά και δύο δεκαετίες πριν. Προφανώς, δεν αναφέρομαι μονάχα στον παράνομο μηχανισμό του Κόμματος που την κρίσιμη στιγμή της κατοχής έφτιαξε τις κατάλληλες δομές και οργανώσεις όπως την Εθνική Αλληλεγγύη (Ε.Α.) και το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) που έσωσαν τον κόσμο απ’ την πείνα. Αλλά, θα πρέπει να δούμε τα αίτια που εκείνοι οι λίγοι άνθρωποι κατάφεραν να φτιάξουν και να καθοδηγήσουν ένα απ’ τα δυνατότερα αντιφασιστικά κινήματα στην Ευρώπη. Οι αιτίες κατά τη γνώμη μου ήταν τρεις: Η πρώτη ήταν ότι το κόμμα είχε τον κατάλληλο μηχανισμό που κατάφερε να λειτουργήσει μέσα σε συνθήκες παρανομίας. Βέβαια κι άλλες υπεραριστερές οργανώσεις είχαν τέτοιους μηχανισμούς χωρίς όμως να κατορθώσουν να επηρεάσουν τις μάζες. Η δεύτερη αιτία που είναι και η ουσιαστική είναι ότι οι παλιοί κομμουνιστές της δεκαετίας του ’20 και ’30 είχαν σαν συνείδηση ότι θα πρέπει να βρίσκονται και να δουλεύουν μέσα στις μάζες, είτε αυτές ήταν εργατικές είτε φτωχές αγροτικές. Αυτό συνέβαινε διότι και οι ίδιοι ήταν εργάτες και έβλεπαν τι ήταν καλό για την τάξη τους και αυτό προωθούσαν. Ήταν δίπλα στους φτωχούς αγρότες με κατεστραμμένη τη σοδειά να τους υπερασπιστούν από τους φοροεισπράκτορες όταν αυτοί έρχονταν να εισπράξουν τον φόρο και τους έτρεπαν σε φυγή. Πρωτοστατούσαν οι ίδιοι άνθρωποι στη δημιουργία αγροτικών συνεταιρισμών. Οι πρωτοπόροι κομμουνιστές εργάτες είχαν συνείδηση πως αν δεν πάρεις το σύνολο της τάξης με το μέρος σου, δεν μπορείς να πας μακριά. Θα περιθωριοποιηθείς. Και για να πάρεις το σύνολο της τάξης σου θα πρέπει να δεις τα δικά σου ατομικά συμφέροντα ίδια με τα συμφέροντα των υπολοίπων της τάξης. Για αυτό καθόντουσαν υπομονετικά μετά τη δουλειά στις εργατικές λέσχες και μαζί με τους εργάτες διαμόρφωναν τα αιτήματα που θωρούσαν ότι ήταν εφικτά για την καλυτέρευση της ζωής των εργατών. Οι ίδιοι πρωτοπόροι εργάτες ήταν αυτοί που οργάνωναν εργατικές λέσχες και βιβλιοθήκες για την αυτομόρφωση των εργατών γιατί είχαν συνείδηση ότι σε κρίσιμες ιστορικές περιόδους οι άνθρωποι αλλάζουν τόσο τη ζωή όσο και την ίδια τους τη συνείδηση. Έτσι, οι κομμουνιστές του μεσοπολέμου δουλεύοντας ασταμάτητα για το χτίσιμο του κόμματος και των οργανώσεών του περίμεναν την ιστορική ευκαιρία για να παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο πολιτικό γίγνεσθαι. Και αυτή η στιγμή ήρθε με την ιταλική εισβολή και τη γερμανική κατοχή, όπου η λούμπεν αστική τάξη της Ελλάδας είτε το έσκασε από τη χώρα αφήνοντας εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να πεθάνουν από την πείνα είτε συνεργάστηκε ανοιχτά με τους φασίστες κατακτητές για να διατηρήσει τα προνόμιά της. Έτσι, οι Έλληνες κομμουνιστές αξιοποιώντας σωστά αυτό το κενό εξουσίας μπήκαν μπροστά και δημιούργησαν ένα από τα σημαντικότερα αντιφασιστικά κινήματα στην Ευρώπη.

Τρίτη και εξίσου σημαντική αιτία ήταν η προϋπόθεση να μη διαλυθεί το κόμμα με τις οργανώσεις του που ήταν η μήτρα όλης αυτής της δημιουργίας αυτής της νέας κατάστασης. Όσο σημαντικό ήταν για τους κομμουνιστές και το λαό να μη διαλυθεί το ΚΚΕ, άλλο τόσο σημαντικό ήταν για το αστικό κράτος να το διαλύσει. Από το 1929 με τη θέσπιση του “ιδιώνυμου” από τον Βενιζέλο μέχρι την κατάρρευση της δικτατορίας των συνταγματαρχών το 1974.

Οι προσπάθειες αυτές γίνονταν με πολλούς τρόπους και με όλα τα μέσα. Κάποιο γεγονός που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό και μου το εξιστόρησε κάποιος παλιός αντάρτης και μετέπειτα πολιτικός κρατούμενος είναι: Τα πρώτα χρόνια μετά την ήττα του Εμφυλίου, το κράτος έβαλε τους χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους σε κοινές ακτίνες με τους ποινικούς με σκοπό, όπως μου είχε πει, να τους χαλάσουν. Να γίνουν οι πολιτικοί, ποινικοί. Να, όμως, που το κόμμα είχε φτιάξει ισχυρές δικλίδες αυτοπροστασίας, που όχι μόνο δεν έγινε αυτό, αλλά όπως μου είπε ο αγωνιστής όταν έβλεπαν κάποιον καλό άνθρωπο μικροποινικό, κατάφερναν αυτοί να τον πάρουν μαζί τους. Τότε ήταν που το κράτος αποφάσισε να χωρίσει τις ακτίνες σε ποινικούς και πολιτικούς. Και πάνω σε αυτό ένα γεγονός που μου εξιστόρησε ο ίδιος αγωνιστής και έχει να κάνει με το ήθος και την ακεραιότητα του επαναστάτη είναι: θα πρέπει να ήταν αρχές του ’50 στις φυλακές της Αίγινας όταν διατάσσονται από τη διεύθυνση της φυλακής να βγουν έξω στο προαύλιο όλοι οι κρατούμενοι, πολιτικοί και ποινικοί, για να γίνει έλεγχος στα κελιά. Γρήγορα έγινε κατανοητό απ’ όλους ότι είχε γίνει κάποια κλοπή στη φυλακή. Βγαίνουν έξω οι δεσμοφύλακες με τον διευθυντή πρώτο και χωρίζουν πολιτικούς από ποινικούς. Ο διευθυντής που ήταν γνωστός για την απάνθρωπη συμπεριφορά του διατάζει του δεσμοφύλακες να ψάξουν. Ξεκινούν αμέσως οι φύλακες τον έλεγχο μόνο στις πτέρυγες των ποινικών. Τότε, πετάγεται ο αρχηγός τους και με ένα παράπονο αδικημένου ρωτάει δυνατά: «Γιατί μόνο εμάς και όχι αυτούς;». και ο διευθυντής απαντά αφρισμένος από τη λύσσα με ένα αίσθημα ηττημένου ανθρώπου που έχει χάσει τα πάντα: «Γιατί αυτοί δεν κλέβουνε, ρε… Δεν κλέβουνε!».

Υπό αυτή την έννοια, οι παλιοί αγωνιστές θεωρούσαν πως ήταν τιμή τους να συμμετέχουν στο κόμμα γιατί γνώριζαν ότι υπηρετούσαν ανιδιοτελώς την τάξη τους και μέσα απ’ αυτή την οργάνωση, διαμορφώνονταν και οι ίδιοι πιο ολοκληρωμένοι και σωστοί άνθρωποι. Αυτό το ήθος, αυτή η ηθική υπεροχή της Αριστεράς, που κατάφερε τότε να μη διαλυθεί, είναι αυτό που πιστεύω πως χρειάζεται για τη δημιουργία του καινούριου που θα αντικαταστήσει τη σημερινή παρακμή στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων.

– Υπάρχει εδώ και χρόνια μια απόπειρα απονοηματοδότησης από την ΕΕ της ημέρας της αντιφασιστικής νίκης των λαών (9η Μάη), που έχει οριστεί ως “ημέρα της Ευρώπης”. Ταυτόχρονα από τους ίδιους κύκλους επιχειρείται η ανιστόρητη εξίσωση ναζισμού και κομμουνισμού, ενώ σε πολλές χώρες ο κομμουνισμός ποινικοποιείται και τίθεται εκτός νόμου. Πως μπορούμε να αντισταθούμε απέναντι σ΄ αυτήν την ιδεολογική επίθεση του κεφαλαίου, που λειτουργεί συμπληρωματικά με την υλική επίθεση που δέχονται οι καταπιεσμένοι;

Στις 9 Μαΐου του 1950 ο Γάλλος υπουργός εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν καλούσε τη Γερμανία, τη Γαλλία και άλλες δυτικές χώρες τότε να ενώσουν την παραγωγή τους στον άνθρακα και τον χάλυβα δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις για το σχηματισμού αυτού που σήμερα λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε).

Δεν είναι η πρώτη φορά και σίγουρα δεν θα είναι η τελευταία όπου το σύστημα προσπαθεί να επισκιάσει σημαντικά ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα ώστε να αναστρέψουν την πραγματικότητα. Αυτό μπορούμε να το διακρίνουμε σε κάθε έκφανση της καθημερινής ζωής. Απ’ την προσπάθεια επαναφομοίωσης του Τσε, του Άρη ως και της ίδιας της ρώσικης επανάστασης πρόσφατα. Ο στόχος είναι προφανής. Να καταστήσουν ακίνδυνα όλα τα παραπάνω σύμβολα, τοποθετώντάς τα οριστικά στο μουσείο της ιστορίας. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες προχωρούν και στην παραχάραξη της ιστορίας εξισώνοντας τον ναζισμό με τον κομμουνισμό. Άλλωστε όποιος ελέγχει το παρελθόν ελέγχει και το μέλλον.

Για να αντισταθούμε σ’ αυτήν την ιδεολογική και πολιτική επίθεση θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να στοχεύουμε στην πολιτική οργάνωση της τάξης μας σε όλα τα πεδία, όπως κι αυτό της μάχης με την ιστορική μνήμη.

Ένα κομμάτι όπου πιστεύω πως το κίνημα υστερεί σημαντικά και θα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά είναι το ζήτημα της γλώσσας. Σήμερα, ούτε η «ξύλινη», οικονομίστικη γλώσσα του παρελθόντος, ούτε η καταθλιπτική αναρχική, όπου κανείς μπορεί να διακρίνει εύκολα τα πολιτικά αδιέξοδα του συγκεκριμένου χώρου, μπορούν πλέον να συγκινήσουν κανέναν. Το γλωσσικό σύστημα είναι η κατοικία της εξουσίας που αναλαμβάνει να μεταδώσει τα μηνύματά της και να τα επιβάλει στις μάζες. Για εμάς ο εξανθρωπισμός της γλώσσας πρέπει να βαδίζει μαζί με τον εξανθρωπισμό των ανθρώπων. Σήμερα, μαζί με την παρακμή του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος βιώνουμε και την παρακμή της ριζοσπαστικής σκέψης.

Όπως αναφέρει ένας από τους εξεγερμένους του Μάη του ’68, ο Μ. Καγιατί: «η εξουσία δεν δημιουργεί τίποτα, μόνο επαναφομοιώνει. Οι λέξεις που δημιούργησαν μέχρι χτες την επαναστατική κριτική είναι σαν τα όπλα που άφησαν οι παρτιζάνοι στα πεδία των μαχών, που περνούν στα χέρια της αντεπανάστασης, όπως οι αιχμάλωτοι πολέμου, υποτάσσονται στο καθεστώς των καταναγκαστικών έργων. Από τη στιγμή που απομακρύνεται η πρακτική αυτή θεώρηση, τότε αρχίζουν να δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την επαναφομοίωση της επαναστατικής θεωρίας από την πλευρά του συστήματος». Και οι άνθρωποι του θεάματος, όπως και οι διανοούμενοι του συστήματος, αναλαμβάνουν να διαβρώσουν με τον τρόπο που αυτοί γνωρίζουν καλά το προλεταριάτο και την επαναστατική του θεωρία.

Τις τελευταίες δεκαετίες το σύστημα κατόρθωσε να κατακερματίσει τη γλώσσα και να την υποβιβάσει σε μια ψευδοεπικοινωνιακή γλώσσα – εμπόρευμα, που δημιουργεί ανεστραμμένη πραγματικότητα, κάνοντας την αλήθεια ψέμα και το ψέμα αλήθεια. Το σύγχρονο επαναστατικό κίνημα οφείλει να δημιουργήσει τη δική του αισθητική, χρησιμοποιώντας μια πλούσια γλώσσα που σήμερα το σύστημα επιδιώκει να εξαφανίσει μαζί με την επικοινωνία των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια με τους υπολογιστές και τα smartphones οι νέοι άνθρωποι έχουν πάψει ακόμη και να μιλούν.

Οι επαναστάτες του σήμερα αν θέλουν να πρωταγωνιστήσουν στο πολιτικό – ιστορικό γίγνεσθαι πέρα του ότι θα πρέπει να μελετούν πολιτική ιστορία, φιλοσοφία, πολιτική οικονομία, οφείλουν να γίνουν άριστοι γνώστες της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Έτσι θα κατορθώνουν να διαβάζουν σωστά το τι κρύβει μια πολιτική δήλωση για να μπορούν να το εξηγούν και να το μεταλαμπαδεύουν και στους υπόλοιπους ανθρώπους.

– Το παράδειγμα του νεοφιλελεύθερου /φασιστικού πραξικοπήματος στην Ουκρανία δείχνει πως ο φασισμός είναι ακόμα ζωντανός κι έχει οργανική σχέση με τον ιμπεριαλισμό, λειτουργώντας ως χρήσιμη εφεδρεία του συστήματος. Ποιες θεωρείς πως είναι οι ιστορικές ευθύνες της επαναστατικής αριστεράς και του αναρχικού κινήματος μπροστά σ’ αυτήν την αναβίωση των φαντασμάτων του παρελθόντος;

Προφανώς όπως όλοι μας έχουμε διαπιστώσει ότι στην Ευρώπη, κυρίως στη βορειοανατολική, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με την άνοδο ακροδεξιών και φασιστικών κινημάτων, δείχνοντας για άλλη μια φορά πως ο εθνικισμός είναι η ιδεολογία που αντέχει στο χρόνο περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ιδεολογία.

Στις χώρες της Βαλτικής: Η Λετονία στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο είχε καταφέρει να φτιάξει τη 15η Ένοπλη Μεραρχία των Γρεναδιέρων των Ες – Ες εθελοντών που έφτασαν τους 32.000, εξοντώνοντας γύρω στους 70.000 Εβραίους.

Οι απόγονοι των λετονικών Ες – Ες, σήμερα τιμούν ελεύθερα τους προγόνους τους. Το ίδιο πράγμα συνέβη στην Εσθονία με την 20η Ένοπλη Μεραρχία των Γρεναδιέρων των Ες – Ες εθελοντών που σχηματίστηκε από 38.000 άντρες στην υπηρεσία των Γερμανών ναζί κατακτητών. Το 1992 οι βετεράνοι αυτοί έκαναν για πρώτη φορά παρέλαση στην πρωτεύουσα Ταλίν ενώ ένα χρόνο πριν είχε απαγορευτεί το Κομμουνιστικό Κόμμα Εσθονίας. Κάποια χρόνια μετά γκρεμίζονται τα μνημεία του αντιφασιστικού αγώνα και αντικαθίστανται με μνημεία συνεργατών των Ες – Ες.

Λίγο – πολύ τα ίδια πράγματα συμβαίνουν και στην τρίτη χώρα της Βαλτικής, τη Λιθουανία, όπου υπάρχει νομοθεσία για εξίσωση του κομμουνισμού με τον ναζισμό.

Στην Ουκρανία μια χώρα με συντηρητική παράδοση από τον Μπαντέρα στον Βλασόφ και στην 14η Μεραρχία των Waffen SS που είχε τη βάση της στη δυτική Ουκρανία αποτελούμενη κυρίως από εθελοντές Ουκρανούς που προξένησε γενοκτονία στον εκεί εβραϊκό πληθυσμό θα μπορούσε κανείς να πει πολλά.

Οι απόγονοι όλων αυτών των παραπάνω είναι οι άνθρωποι του νεοναζιστικού κόμματος «Σβόμποντα» και του Δεξιού Τομέα που είναι υπεύθυνοι για τη σφαγή στην Οδησσό.

Αυτοί οι άνθρωποι σε συνεργασία με το κόμμα της Τιμοσένκο ανατρέπουν τον νόμιμο εκλεγμένο πρόεδρο της χώρας Γιανούκοβιτς με τις ευλογίες και τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ενδιαφέρεται πάντα για τα δημοκρατικά δικαιώματα!!!

Από εκεί και πέρα ξεκινά ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμος. Στις παραπάνω χώρες υπήρχε πάντοτε μια αντιπαλότητα και δυσπιστία απέναντι στη Ρωσία από την τσαρική ακόμη περίοδο, όπου οι εθνότητες βίωναν μεγάλη καταπίεση από τα όργανα της τσαρικής αυτοκρατορίας. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την αποτυχία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και με την αστική τάξη των χωρών αυτών που ήθελαν να αυτονομηθούν πλήρως από τη Ρωσία έφτασαν στο σημείο να ξεθάψουν από την ναφθαλίνη τη ναζιστική ιδεολογία. Ο αγώνας που κάνουν σήμερα οι αριστεροί και προοδευτικοί άνθρωποι στις χώρες αυτές είναι αγώνας ζωής και θανάτου και πρέπει να έχουν από εμάς την αμέριστη συμπαράσταση και την πολιτική, ηθική και υλική μας αλληλεγγύη.

– Σήμερα μετά από 8 χρόνια μνημονίων και με την “αριστερά” πλέον στην εξουσία, η κοινωνία δείχνει αποπροσανατολισμένη και βαθιά απογοητευμένη. Το ανταγωνιστικό κίνημα δεν μπορεί στην παρούσα φάση να εμπνεύσει ελπίδα για το αύριο. Ποια είναι τα επαναστατικά μας καθήκοντα για να δώσουμε νέα πνοή στον αγώνα των καταπιεσμένων;

Τα επαναστατικά μας καθήκοντα στην εποχή που διανύουμε είναι πολύ σημαντικά. Θεωρώ πως οι άνθρωποι που στοχεύουν στην επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας θα πρέπει να δουν σοβαρά, αυτή τη φορά την οργάνωση της τάξης μας. Τα τελευταία χρόνια το σύστημα δείχνει μια υπερβολική ”συμπόνια’ ‘για πολλές μειονότητες ξεχνώντας επιμελώς τη μεγαλύτερη που είναι ταυτόχρονα και πλειονότητα. Την παγκόσμια τάξη των φτωχών. Μια παγκόσμια τάξη που εδώ και αρκετά χρόνια δεν έχει πολιτική εκπροσώπηση.

Μετά το ‘Β Παγκόσμιο Πόλεμο το ευρωπαϊκό προλεταριάτο γίνεται πάλι πλειοψηφικό. Οι εργαζόμενοι, όσοι ακόμα δεν πετάχτηκαν στην ανεργία εργάζονται ατελείωτες ώρες και είναι και χρεωμένοι. Τα μικρομεσαία στρώματα και οι ελεύθεροι επαγγελματίες εξαφανίζονται παραχωρώντας τη θέση τους στο πολύ μεγάλο κεφάλαιο που έχει γίνει πια μονοπωλιακό και πολυεθνικό. Οι νέοι άνθρωποι μεταναστεύουν μαζικά απ’ τη χώρα μας. Το βορειοαμερικάνικο και ευρωπαϊκό κεφάλαιο αποφασίζει για τα πάντα,δείχνοντας με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο ότι η Ελλάδα όσο θα βρίσκεται ανάμεσα στις ύαινες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ θα παραμένει μια χώρα εξαρτημένη.

Το κείμενο σας ”Καπιταλιστική κρίση και πόλεμος. Η Ελλάδα σαν προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ” εξηγεί κατατοπιστικά τι συμβαίνει στη γειτονιά μας. Κάτι επιπρόσθετο που θα πρέπει να παίρνουμε σοβαρά υπόψιν μας είναι πως το επαναστατικό κίνημα έχει καταφέρει να νικήσει τον αντίπαλο μόνο όταν κατόρθωσε να συνδυάσει το εθνικό με το ταξικό ζήτημα.

Τα τελευταία χρόνια επικρατεί μια απέχθεια από ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας απέναντι στις οργανώσεις και την οργανωμένη πάλη. Πολλοί απ’ αυτούς τους ανθρώπους ακόμα και μέσα στους δικούς μας κύκλους, την κρίσιμη στιγμή ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, που τελικά είναι σαν να παραδέχονται ότι με την μόνη οργάνωση που έχουν πρόβλημα είναι, το να ασχοληθούν σοβαρά με την οργάνωση της τάξης τους. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν το κόμμα με την παραδοσιακή του μορφή έχει τελειώσει οριστικά. Αυτό όμως που μπορούμε να αντιληφθούμε είναι ότι η ανθρωπότητα έχει σήμερα ανάγκη απ’ το παγκόσμιο κόμμα της επανάστασης που θα αντιπροσωπεύει τις συνθήκες της εποχής. Κάθε σοβαρός άνθρωπος που έχει συναίσθηση της πραγματικότητας, μπορεί να αντιληφθεί σήμερα πως για να πολεμήσεις έναν πολύ ισχυρό και έμπειρο εχθρό θα πρέπει να συγκεντρώσεις τεράστιες δυνάμεις σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής. Υπό αυτήν την έννοια η θεωρία των δεκάδων αυτόνομων μικροομάδων που με κάποιον μαγικό τρόπο θα καταφέρουν να συνεννοηθούν, θα πείσουν τις μάζες και χωρίς οργάνωση και σχέδιο θα ανατρέψουν το σύστημα και θα φέρουν την κοινωνική αρμονία, είναι ουτοπική και κατά συνέπεια αντεπαναστατική.

Κατά τη γνώμη μου ένα πολύ σημαντικό κομμάτι που θα πρέπει να δοθεί βάρος είναι αυτό της αισθητικής του επαναστάτη. Οι επαναστατικές οργανώσεις οφείλουν να περιβάλλουν μέσα τους όλες τις ομορφιές του κόσμου. Το πάθος για τη ζωή, την αγάπη για τη γνώση, τη μάχη για το δίκιο, την πραγματική αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων. Οι επαναστάτες, οι άνθρωποι που θέλουν έναν κόσμο καλύτερο δεν μπορεί να έχουν σχέση με εξαρτήσεις. Δεν έχουν ανάγκη από παραισθησιογόνα για να κρυφτούν απ ‘τη ζωή. Έχοντας ως συνείδηση πως δεν υπάρχει άλλος κόσμος απ’ αυτόν που ζουν, παίρνουν τη ζωή όπως τους έρχεται και παλεύουν να μεταμορφώσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο γύρω τους. Δεν μπορείς να πολεμήσεις έναν αλλοτριωμένο κόσμο όντας κι εσύ αλλοτριωμένος. Οι επαναστάτες οφείλουν να έχουν ως συνείδηση ότι, αναπνέουν, λειτουργούν και υπάρχουν μέσα στις λαϊκές μάζες. Απ’ τη στιγμή που μια συλλογικότητα απομονωμένη μπαίνει στη διαδικασία να ακολουθήσει την ατομική τρομοκρατία, η ήττα έχει ήδη επέλθει.

Στο κομμάτι αυτό της νέας αισθητικής θα πρέπει να ξαναανακαλύψουμε τη φύση και τον άνθρωπο και να δούμε από μια πιο ώριμη ματιά τον ρόλο της εργασίας. Οι επαναστάτες δεν πρέπει να βλέπουν την εργασία σαν μια ατέλειωτη αγγαρεία όπου οι ίδιοι προσπαθούν να λουφάξουν ή και να ξεφύγουν ακόμα. Αλλά την βλέπουν σαν το σημαντικότερο μέσο που οδήγησε την ανθρωπότητα στην κοινωνική πρόοδο και οι ίδιοι οι έχοντας συναίσθηση της ιστορικής τους αποστολής, προσπαθούν να βοηθήσουν στην οργάνωση της τάξης τους, για να φθάσει κάποτε η ανθρωπότητα στον τελικό σκοπό που είναι η κατάργηση της μισθωτής εργασίας.

Κατά τη γνώμη μου υπάρχει πλέον η αναγκαιότητα της δημιουργίας ενός νέου καλλιτεχνικο-πολιτικού ρεύματος ,που θα περιέχει μια ενιαία αντίληψη για το σήμερα, σε θεωρητικό-πρακτικό επίπεδο και θα ενώνει τη διανόηση με την τέχνη. Ο σκοπός αυτός θα έχει να κάνει με την διαμόρφωση μιας νέας κουλτούρας, μιας καινούργιας λαϊκής αισθητικής, που θα μπορεί να αντιπαρατεθεί ανοιχτά με τους ξεπουλημένους διανοούμενους και το σύστημα τους εκτρέφει. Και βέβαια, το κίνημα οφείλει να βρει τους τρόπους να στηρίξει τέτοια εγχειρήματα, ώστε η αλληλεγγύη να είναι αμφίδρομη.

Ένα πολύ σημαντικό κομμάτι για τη διαμόρφωση ενός σοβαρού επαναστατικού κινήματος είναι το ζήτημα των αντιφάσεων. Μια πολύ όμορφη ταινία που αξίζει κανείς να δει προσεχτικά είναι: ”Όταν ο Μαρξ συνάντησε τον Έγκελς”. Εκεί δείχνει την πολιτική αντιπαράθεση ανάμεσα σε εγελιανούς, ώσπου έρχεται απ’ τον Μαρξ η υλιστική ανατροπή της εγελιανής διαλεχτικής. Σε κάποια στιγμή στο φιλμ ο Προυντόν ρωτάει τον Μαρξ. ”Που στηρίζεις όλη αυτήν την αντίληψη σου; ”Και ο Μαρξ του απαντάει:”Στις αντιφάσεις”. Και βέβαια ένα πολιτικό κίνημα δεν μπορεί να πάει πολύ μακριά έχοντας σημαντικές αντιφάσεις και η ίδια η ιστορία δείχνει πάντα τι προχωράει μπροστά και τι αφήνει πίσω η ζωή. Εν τέλει θεωρώ πως επαναστάτες είναι αυτοί που στην εποχή και στον τόπο τους κατορθώνουν να συσπειρώσουν και να επηρεάσουν έναν κόσμο και να τον στρέψουν σε μια επαναστατική κατεύθυνση, αξιοποιώντας τις αντιφάσεις του αντιπάλου.

Οι ίδιοι οι επαναστάτες οφείλουν να εμπνέουν εμπιστοσύνη με την ακεραιότητα, την εργατικότητα και την αποδοτικότητά τους στα καθήκοντα που αναλαμβάνουν. Δεν μπορεί να μην υπάρχει συνέπεια μεταξύ των αγωνιστών κι αυτό να ξεπερνιέται έτσι απλά. Όπως και δεν νοείται, να κινδυνεύει κάποιος αγωνιστής να μείνει χωρίς ρεύμα και οι σύντροφοί του να κουβεντιάζουν στην οργάνωση οτιδήποτε άλλο θέμα. Δεν μπορείς να μιλήσεις στους ανθρώπους για έναν κόσμο δίκαιο, χωρίς να είσαι ικανός να σταθείς στους συντρόφους σου.

Είναι καιρός να δημιουργηθούν ξανά οι προϋποθέσεις για να εμφανιστεί το ήθος και η ηθική υπεροχή της επαναστατικής αριστεράς. Υπάρχει τρόπος να χτιστούν αληθινές σχέσεις εμπιστοσύνης σήμερα; Φυσικά, σε κάθε εποχή ακόμα και στην πιο παρηκμασμένη, οι άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν αληθινές σχέσεις. Σήμερα υπάρχουν γύρω μας αρκετοί προικισμένοι άνθρωποι με ικανή ενεργητικότητα ώστε να μείνουν πιστοί σε ένα απώτερο σκοπό. Αρκετά τίμιοι μεταξύ τους ώστε να μην αλληλοπροδωθούν, διότι δεν τους χωρίζουν πλέον σημαντικά συμφέροντα και μπορούν να τους ενώσουν τα όνειρα όταν αυτά γίνουν συλλογικά. Μπορούν επομένως να χτιστούν ειλικρινείς και αληθινές σχέσεις. Κάποιος παλιός αγωνιστής που είχε περάσει αρκετά χρόνια κυνηγημένος και είχε μορφωθεί μέσα στις φυλακές, στα σχολεία που έκαναν οι κομμουνιστές μου είχε πει κάποτε: ”Τους ανθρώπους μπορείς να τους διακρίνεις γρήγορα και εύκολα με το αλάνθαστο εκείνο κριτήριο όπου κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί. Αν τα λόγια τους συμβαδίζουν με τα έργα τους.” Και αυτή η φράση λέει τα πάντα!!!

Κάτω απ’ αυτές τις δύσκολες πολιτικά συνθήκες πιστεύω πως δε μπορούν να ανταπεξέλθουν ούτε οι εξατομικευμένες ”προσωπικότητες” που απαξιώνουν την οργανωμένη μορφή πάλης, ούτε οι κατακερματισμένες συλλογικότητες της αυτοαναφορικότητας που έχουν στο DNA τους τη διαίρεση και δεν μπορούν να δώσουν υλική υπόσταση στις ζωές των προλετάριων.

Το σχέδιο της επαναστατικής ανατροπής και της οργάνωσης της νέας κοινωνίας μπορεί να φέρει εις πέρας μόνο μια επαναστατική οργάνωση που θα καταφέρει να γίνει η συνείδηση της τάξης. Μια οργάνωση που θα αντιλαμβάνεται τις αλλαγές που συντελούνται σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής και μαζί με το λαό θα καταφέρνει να τις αξιοποιεί προς το συμφέρον του συνόλου της κοινωνίας. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν θα μπορεί να κάνει συμμαχίες σε επίπεδο αρχών όταν αυτές κρίνονται απαραίτητες για τα συμφέροντα της τάξης. Κατά τη γνώμη μου το σημαντικότερο καθήκον μιας επαναστατικής οργάνωσης είναι να προάγει και να προωθεί ό,τι είναι απαραίτητο για τα συμφέροντα της τάξης μας.

Όλα τα παραπάνω μπορεί να φαίνονται μακρινά και ίσως και ουτοπικά για πολλούς. Αν όμως δεν ξεκινήσει σήμερα κάτι σοβαρό δεν θα μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στο αύριο. Ιστορικές ευκαιρίες πάντοτε θα υπάρχουν. Το θέμα είναι να μας βρουν προετοιμασμένους για να αντιμετωπίσουμε μια κρίσιμη κατάσταση. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες θα μπορούσε κανείς να πει πως έχουν μπει κάποιες βάσεις για τη δημιουργία και ανάπτυξη ενός οργανωμένου επαναστατικού κινήματος που θα στοχεύει σοβαρά στην επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας. Τότε θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αντίστροφη μέτρηση έχει ξεκινήσει.

Αλλά ακόμα κι αν ”πέσουμε’ ‘σε κάποια μάχη, ακόμα κι αν το κίνημα μας στρατιωτικά ηττηθεί, οι σύντροφοι που θα κληθούν να υπερασπιστούν την τιμή του κόμματος και την ιστορία του κινήματος μας, θα μπορούν να αναφωνήσουν περήφανα στα Στρατοδικεία του αντιπάλου, τη φράση που εκφώνησε ο Φιντέλ το 1953 στο δικαστήριο του εχθρού… ”Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΑ ΜΑΣ ΔΙΚΑΙΩΣΕΙ”

 

 

One thought on ““Αγωνιζόμαστε για να κάνουμε τους ανθρώπους να θυμούνται”: Συνέντευξη του συγγραφέα Τάσου Κατσαρού στην “Έφοδο στον Ουρανό”.”

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *