Η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στην Ελλάδα, αφορά μια πληθώρα ζητημάτων που ανακύπτουν και σχετίζονται με την επαναδιαπραγμάτευση των συνόρων εκμετάλλευσης της Ανατολικής Μεσογείου. Η ανακήρυξη της ΑΟΖ και η ξιφούλκηση για την εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων, που εγείρουν εκατέρωθεν ζητήματα κυριαρχίας στα παραθαλάσσια σύνορα των κρατών, δεν αποτελούν τίποτε άλλο πάρα την επικαιροποιημένη εκδοχή μιας πάγιας σύγκρουσης συμφερόντων στην περιοχή. Η διαχρονική ανταγωνιστικότητα τμημάτων της Ελληνικής και της Τουρκικής αστικής τάξης, ως έκφραση των εκατέρωθεν βλέψεων για αναβάθμιση του ρόλου τους στη περιοχή, δεν αφορούσε καταρχάς τον όποιο πλούτο που μπορεί να εξαχθεί, αλλά τον καθαυτό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου. Αφορούσε τη θέση των δύο κρατών στην μεταφορά και όχι στην παραγωγή των ενεργειακών κοιτασμάτων προς την Ευρώπη.
Η Ανατολική Μεσόγειος ως φυσικό σύνορο δύο ηπείρων, ως κόμβος μεταφοράς ενέργειας και ως παρατηρητήριο της Μέσης Ανατολής, αποτελεί διαχρονικά ένα καθοριστικό γεωγραφικό σημείο για τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, και ως τέτοιο γίνεται (και πάλι) πεδίο οξυμένων ανταγωνισμών. Η Ελλάδα και η Τουρκία, ως περιφερειακές δυνάμεις δεν μπορούν να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο στην χάραξη των νορμών της παγκόσμιας οικονομίας, γι’ αυτό και ενσωματώνονται στα κυρίαρχα ιμπεριαλιστικά μπλοκ και στις γεωπολιτικές επιδιώξεις τους. Έτσι και σήμερα, που η Ανατολική Μεσόγειος βρίσκεται και πάλι στον στρόβιλο των παγκόσμιων ανακατατάξεων και στο ξαναμοίρασμα των αγορών, παίρνουν θέση μάχης επιχειρώντας να αποκομίσουν τα μέγιστα κέρδη από τους νέους συσχετισμούς που θα δημιουργηθούν.
Μέσα σε μια τόσο τεταμένη και ρευστή συνθήκη, όπως σκιαγραφείται το εμπόλεμο πεδίο της Μέσης Ανατολής αυτή τη στιγμή, φαίνεται πως η Ελλάδα και η Τουρκία, αν και σύμμαχες χώρες στο ΝΑΤΟ, βρίσκονται σε αντίπαλο ιμπεριαλιστικό μπλοκ. Η Ελλάδα στηρίζει και βαθαίνει τη σχέση της με το ΝΑΤΟ και τους Αμερικάνικους σχεδιασμούς, ενώ η Τουρκία με μια επαμφοτερίζουσα στάση φαίνεται να ακολουθεί τον Ρωσοκίνητο άξονα που επιδιώκει την ηγεμονία στην Μέση Ανατολή.
Έτσι, με δεδομένους τους τριγμούς που έχουν προκληθεί ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ, με αφορμή την αμερικανοκίνητη απόπειρα ανατροπής του Ερντογάν τον Ιούλιο του 2016 από τη μία, και την αλλαγή πλεύσης του Τούρκικου κράτους όσο αναφορά το Συριακό ζήτημα από την άλλη, η πρόσκληση του Τούρκου προέδρου ερμηνεύεται και ως διπλωματική μεσολάβηση της Ελλάδας στις τεταμένες σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όντας ο πλέον πιστός και πρόθυμος συνεργάτης των Αμερικάνων στην περιοχή, αναλαμβάνει ως “αντιπρόσωπος” την διπλωματική προσέγγιση της Τουρκίας και την διαμήνυση των Αμερικάνικων σχεδιασμών. Με την στήριξη των ΗΠΑ κυρίως σε στρατιωτικό επίπεδο, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να θέσει ατζέντα συνεργασίας και ήπιας προσαρμογής των Τούρκων στα ειλημμένα σχέδια των Αμερικάνων, αλλά και να διεκδικήσει τα συμφέροντα του Ελληνικού κεφαλαίου στην περιοχή.
Με αυτά τα δεδομένα, η επίσκεψη Ερντογάν, δεν αποτελεί μια ουδέτερη διαπραγμάτευση μεταξύ δύο ανεξάρτητων κρατών, αλλά τον δια αντιπροσώπων διπλωματικό πόλεμο φθοράς. Η συνάντηση αυτή, πέρα της αυτοτέλειας του επιμέρους ανταγωνισμού μεταξύ του Τουρκικού και του Ελληνικού κεφαλαίου, συμπυκνώνει τον χαρακτήρα της σύγχρονης ιμπεριαλιστικής πολιτικής και τους οξυμένους ανταγωνισμούς που την χαρακτηρίζουν.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, έχει εξ αρχής ευθυγραμμιστεί με τις γεωπολιτικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ. Τόσο στο ζήτημα της “Ευρωπαϊκής κρίσης”, με σημείο αναφοράς την διελκυστίνδα ανάμεσα στο ΔΝΤ και την Γερμανία για την “διευθέτηση” της χρεοκοπίας του Ελληνικού κράτους, όσο κυρίως στην εξωτερική πολιτική, με την πρόθυμη συστράτευση μετους πολεμικούς σχεδιασμούς των Αμερικανών, με συμμετοχή σε αντιδραστικές πολεμοχαρείς συμμαχίες (Ελλάδα – Ισραήλ – Αίγυπτος), με παραχώρηση στρατιωτικών βάσεων στο ΝΑΤΟ, με γενικότερη αναβάθμιση του ρόλου της ως προκεχωρημένο φυλάκιο των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως όψιμος διαχειριστής του χρεοκοπημένου Ελληνικού κράτους, διαπραγματεύεται και προωθεί ένα σκοτεινό σχέδιο για τη “σωτηρία” της οικονομίας, που εκπονείται και υπαγορεύεται από τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία και αφορά την παραχώρηση της χώρας ως φτηνό πεδίο επενδύσεων, αλλά και ως αναβαθμισμένη στρατιωτική ζώνη. Έτσι, ο δημόσιος πλούτος και ο κοινωνικός χαρακτήρας των βασικών αγαθών (στέγαση, εργασία, ύδρευση, συγκοινωνία, υγεία, ρεύμα) γίνονται βορά στα νύχια του διεθνούς ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου, και την ίδια στιγμή η χώρα μετατρέπεται σε οδόστρωμα παρέλασης των ΝΑΤΟικών στρατευμάτων.
Η απόλυτη εναρμόνιση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ, ως εχέγγυο στήριξης και αναβάθμισης του Ελληνικού κεφαλαίου, σημαίνει την σταδιακή στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και την άμεση εμπλοκή της χώρας στις επερχόμενες πολεμικές συρράξεις. Η επικινδυνότητα αυτής της εμπλοκής, που μεταφράζεται σε μετατροπή του εργαζόμενου λαού σε αναλώσιμο στρατιωτικό και εργατικό δυναμικό, αποκρυσταλλώνεται στην ιστορικά εξακριβωμένη δίοδο για την έξοδο από την κρίση, στην αναπόφευκτη γενικευμένη πολεμική σύρραξη. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για το κεφάλαιο, δεν υπάρχει άλλη διέξοδος. Ο δομικός χαρακτήρας της κρίσης και η φυσιογνωμία της σύγχρονης διεθνοποιημένης οικονομίας, έφεραν και πάλι στο προσκήνιο την νομοτελειακή όξυνση των διεθνών ανταγωνισμών, ως φυσικό παράγωγο της ανισόμετρης οικονομίας και της βιολογικής ανάγκης των ιμπεριαλιστικών κρατών να ενισχύσουν τα μονοπώλια τους στο τερέν των υπό διαμόρφωση νέων αγορών. Μέσα σε αυτό το τερέν, αυτή τη στιγμή συγκροτούνται οι συμμαχίες, καθορίζονται τα μέτωπα και στήνονται τα πεδία της γενικευμένης μάχης.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, βαθαίνει τον εργαλειακό ρόλο της Ελλάδας στο κυρίαρχο ιμπεριαλιστικό μπλοκ, στο οποίο ηγεμονεύουν και καθοδηγούν οι ΗΠΑ. Στο πλάι των ισχυρών, το ελληνικό κράτος όντας εξαρτημένο και παραγωγικά ανύπαρκτο, διαβλέπει τυχοδιωκτικά και για άλλη μια φορά στην Ιστορία, την ενίσχυση της θέσης του μέσα από τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ. Μέσα από την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική σύμπραξη στο αιματοκύλισμα των λαών της Μέσης Ανατολής και της απόλυτης σύμπλευσης στους ενεργειακούς σχεδιασμούς για την πρωτοκαθεδρία των Αμερικάνικων μονοπωλίων.
Αυτή η υποταγή και η πίστη στους Αμερικάνικους σχεδιασμούς, είναι και αυτή που αναβαθμίζει την Ελλάδα, ως εγγυητή και επίσημο συνομιλητή με έναν άσπονδο φίλο των Αμερικάνων, τον Ερντογάν. Η πρόσκληση του ΣΥΡΙΖΑ σκιαγραφεί σαφώς τον ολοένα και εμπλεκόμενο ρόλο της Ελλάδας στους διεθνείς ανταγωνισμούς, την ενδοτικό χαρακτήρα της εξωτερικής της πολιτικής και την φιλοπόλεμο προσανατολισμό της. Γι’ αυτό, ένα διεθνιστικό επαναστατικό κίνημα έχει πρωτεύον καθήκον αρχικά να στηλιτεύσει και στην συνέχεια να επιχειρήσει να ανατρέψει τις πολεμικές επιδιώξεις στο εσωτερικό της χώρας του. Όμως, ένα πραγματικά διεθνιστικό κίνημα έχει τη υποχρέωση να συνδεθεί, να στηρίξει και να πολεμήσει μαζί με τους προλετάριους των άλλων χωρών. Η επιτομή της αντιμπεριαλιστικής πάλης και του προλεταριακού διεθνισμού, που αποτελούν τον πυρήνα επαναστατικού ιδεώδους για την κοινό αγώνα ‘’της γης των κολασμένων’’, είναι η υιοθέτηση του προβλήματος των άλλων λαών, ως δικό μας πρόβλημα. Ως κοινή μας Υπόθεση.
Η επίσκεψη Ερντογάν , αποτελεί ένα αυτούσιο πολιτικό γεγονός. Και αυτό γιατί, στην Τουρκία σήμερα η δημοκρατία καταλύεται, η ελεύθερη φωνή φιμώνεται και η αριστερά εξοντώνεται. Από την απόπειρα πραξικοπήματος και ύστερα, το καθεστώς έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε, σήμανε μια συνθήκη μαζικών “εσωτερικών εκκαθαρίσεων”. Με πρόσχημα την υποτιθέμενη στήριξη ή συνεργασία με τον Γκιουλέν, καθηγητές, δικαστικοί στρατιωτικοί, πολιτικοί, δημοσιογράφοι αλλά κυρίως δημοκράτες και αριστεροί, απολύονται φυλακίζονται, βασανίζονται και εκτελούνται. Η κρατική τρομοκρατία ταυτόχρονα με την συνταγματική αναθεώρηση που συγκεντρώνει προσωποκεντρικά τις εξουσίες, με προκάλυμμα την “άμυνα απέναντι στον εσωτερικό εχθρό”, αποτελεί το επιστέγασμα της επιχειρούμενης παντοκρατορίας του Ερντογάν στην εσωτερική ζωή της χώρας.
Το φασιστικό καθεστώς της Τουρκίας, αξιώνοντας την αναβάθμιση του ρόλου του στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, ελίσσεται μέσα στα ρευστά πλαίσια των διεθνών συμμαχιών (ΝΑΤΟ- Ρωσία), διεκδικώντας ηγεμονικό ρόλο στην επαναχάραξη του χάρτη της Μέσης Ανατολής που αυτή τη στιγμή συμβαίνει. Με κεντρικό πεδίο έκφρασης των διεθνών ανταγωνισμών να αποτελεί η Συρία, ο Ερντογάν (φαινομενικά) εγκατέλειψε το συμμαχικό μπλοκ ΗΠΑ-ΕΕ που επεδίωκε την πτώση του καθεστώτος Ασαντ, χρηματοδοτώντας και εξοπλίζοντας την λεγόμενη “αντιπολίτευση”. Η παταγώδης αποτυχία των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών για την Συρία, άρα και της Τουρκίας που αποτελούσε τη γεωγραφική βάση εκπαίδευσης και εφόρμησης των “τζιχαντιστών” τόσο απέναντι στον Άσαντ όσο και στους Κούρδους, επέφερε την σταδιακή μεταστροφή της εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν, που ενσωματώθηκε στο νέο status της περιοχής. Η στρατιωτική νίκη του άξονα Ρωσίας- Ιράν -Χεζμπολάχ, σημαίνει μια ενδεχόμενη αλλαγή των παγίων συσχετισμών δύναμης στην Μέση Ανατολή, άρα και την αλλαγή χεριών στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων της περιοχής. Γι’ αυτό και ο ρόλος της Τουρκίας, στους υπό διαμόρφωση νέους οδικούς άξονες μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου, δεν μπορεί παρά να αποτελεί και το απόλυτο κριτήριο του Τουρκικού κεφαλαίου για τη θέση του μέσα στις εξελίξεις.
Η μετατόπιση του Ερντογάν και η (συγκυριακή) συμμαχία του με τον άξονα Ρωσίας – Ιράν, ταυτόχρονα με την στρατιωτική και πολιτική κηδεμονία των ΗΠΑ πάνω στον αγώνα των Κούρδων, κάτι που αντικρούει στην πάγια φασιστική πολιτική του Τουρκικού κράτους απέναντι στον υπό αφανισμό Κουρδικό λαό , δημιούργησε πεδία αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ. Η απόπειρα πραξικοπήματος, η στήριξη των Κούρδων, η αξιοποίηση τους ως μοχλό για την προώθηση των Αμερικάνικων συμφερόντων στην περιοχή, η μεταφορά της ΝΑΤΟικής βάσης του Ιντσιρλίκ αλλά και οι πρόσφατες “αποκαλύψεις” για μυστική άρση του εμπάργκο προς το Ιράν, αποτελούν κάποια από τα σημεία της συγκυριακής διαπάλης των συμφερόντων ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ. Σημεία που αναδεικνύουν την ρευστότητα των συμμαχιών, την ένταση των ανταγωνισμών και την απόπειρα των κρατών να εδραιώσουν τα συμφέροντά τους. Εν τέλει σημεία, που τοποθετούν την Μέση Ανατολή ως πεδίο γενικευμένης πρόβας πολέμου.
Μέσα σε ένα τέτοιο σκηνικό πόλωσης, το Ελληνικό κράτος βλέπει τα συμφέροντά του να εξυπηρετούνται μέσω της αναμόχλευσης των πολεμικών ιαχών. Οι διαχρονικές εθνικιστικές υστερίες που εφορμούν από τους πλέον αντιδραστικούς και πολεμοκάπηλους κύκλους τους εγχώριου κεφαλαίου, για άλλη μια φορά μπαίνουν ως προμετωπίδα στον δημόσιο λόγο. Το Κυπριακό, οι μειονότητες, οι πρόσφυγες, ο “ζωτικός χώρος” της ΑΟΖ. Όμως, αυτή τη φορά δεν αφορούν μια περιθωριοποιημένη επίκληση εθνικής ενότητας, αλλά τον κυρίαρχο πολιτικό προσανατολισμό του Ελληνικού κράτους. Περιγράφουν τον βασικό κορμό, τον κεντρικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη του ελληνικού κεφαλαίου και την σύμφυτη θέση του ως εξάρτημα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Μια περιφερειακή πολεμική σύρραξη, ένα “ατύχημα” με απροσδιόριστες προεκτάσεις και επιπτώσεις είναι ανά πάσα στιγμή πιθανά, όταν ολοένα και περισσότερο οι ένοπλες δυνάμεις αναλαμβάνουν ως πολιορκητικός κριός την εδραίωση των βλέψεων της εγχώριας και διεθνούς αστικής τάξης.
Απέναντι σε μια τέτοια συνθήκη, απέναντι στο πιθανό ενδεχόμενο ο πόλεμος να αποτελέσει (για άλλη μια φορά στην Ιστορία) την πιο ασφαλή “επένδυση” του κεφαλαίου, τα κινήματα βρίσκονται μπροστά σε πολύ επείγοντα καθήκοντα. Πρέπει να αναλύσουμε τον χαρακτήρα της κρίσης σε συνάρτηση με τα δεδομένα της διεθνοποιημένης οικονομίας, την κατάταξη των κρατών και τον εκάστοτε χαρακτήρα των περιφερειακών συρράξεων, την ιμπεριαλιστική πολιτική και τους συσχετισμούς δύναμης που διαμορφώνονται μέσα από τα αντικρουόμενα μπλοκ και τη θέση της χώρας μας στον επικείμενο πόλεμο. Από αυτήν απαραίτητη επεξεργασία θα συναχθούν τα συμπεράσματα της τρέχουσας ταξικής πάλης, άρα και των πρακτικών απαντήσεων απέναντι στον πόλεμο. Η ανασυγκρότηση του αντιπολεμικού – αντιμπεριαλιστικού κινήματος, ο προλεταριακός διεθνισμός και η πάλη στην ίδια μας τη χώρα, απέναντι στις σύγχρονες καρικατούρες του ρεφορμισμού και του κοσμοπολιτισμού, αποτελούν την προϋπόθεση για να μην οδηγηθεί η τάξη μας στα ιμπεριαλιστικά σφαγεία, για να μετατρέψουμε τον πόλεμο σε εμφύλιο επαναστατικό αγώνα.
Την Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου διαδηλώνουμε ενάντια στον τύραννο του Τουρκικού λαού, ενάντια στο φασιστικό καθεστώς και την παγκόσμια σιωπή που το καλύπτει. Διαδηλώνουμε ως προλετάριοι διεθνιστές και στέλνουμε σινιάλο αλληλεγγύης και συμπαράστασης στις δημοκρατικές και αριστερές δυνάμεις της Τουρκίας, στους συντρόφους μας από το Λαϊκό Μέτωπο και στους αντάρτες του DHKP-C που χύνουν ανυστερόβουλα το αίμα τους στην υπηρεσία του λαού, στους Κουρδικό λαό και τους ηρωικούς μαχητές του που αντιστέκονται στην σφαγή από τους φασίστες, σε ολόκληρο τον Τουρκικό λαό που στενάζει κάτω από την μπότα του Ερντογάν και των υπηρετών του. Διαδηλώνουμε, όμως, ενάντια και στην κυβέρνηση και την εγχώρια αστική τάξη, ενάντια στην υποταγή και την ευθυγράμμιση με τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Διαδηλώνουμε ενάντια στον φασισμό, τον εθνικισμό και τον πόλεμο.
ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ: ΠΕΜΠΤΗ 7 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ, 18:ΟΟ, ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ
Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστών)