Σχετικά με την εισβολή του τουρκικού στρατού και την εμπλοκή της Τουρκίας και του Ισραήλ στην ενίσχυση μισθοφορικών ομάδων στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στη Συρία
Η απόφαση του Τραμπ για σταδιακή αποχώρηση των αμερικάνικων ενόπλων δυνάμεων από τη Βορειοανατολική Συρία και η νέα στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας φέρνουν νέες ανακατατάξεις συμμαχιών στην περιοχή, με τους κούρδους αντάρτες να προσεγγίζουν πλέον το καθεστώς Άσαντ, καλώντας τον Συριακό στρατό να προστατέψει τα σύνορα της χώρας από την επιθετικότητα της Τουρκίας. Ο κουρδικός λαός (όπως κι ολόκληρος ο λαός της Συρίας) δίνει μια μάχη επιβίωσης μέσα σε ένα κουβάρι συμμαχιών και ανταγωνισμών, μέσα σε μια εύθραυστη ισορροπία συμφερόντων, σε μια χώρα που μετράει εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς από την ιμπεριαλιστική επέμβαση. Μετά από μια μεγάλη περίοδο συνεργασίας του κουρδικού αντάρτικου με τις ΗΠΑ, είναι ολοφάνερο πως η τύχη και το μέλλον του κουρδικού λαού καθορίζεται όχι από τον ίδιο, αλλά από επίσημες ή υπόγειες συμφωνίες ανάμεσα στην ηγεσία του και το μπααθικό καθεστώς (συμφωνία στη ρωσική βάση της Λαττάκειας) και τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Τουρκία (συμφωνία Πενς – Ερντογάν στην Άγκυρα και Πούτιν – Ερντογάν στο Σότσι). Με την τελευταία συμφωνία, μάλιστα, ο Ερντογάν βγαίνει σαφώς κερδισμένος, αφού κερδίζει τη “ζώνη ασφάλειας” που επιδίωκε: «αρχής γενομένης από τις 09:00 GMT την Τετάρτη 23 Οκτωβρίου, ρωσική στρατιωτική αστυνομία και σύροι συνοριοφύλακες θα εισέλθουν από τη συριακή πλευρά των συνόρων με την Τουρκία, εκτός της ζώνης της επιχείρησης Πηγή Ειρήνης, για να διευκολύνουν την απομάκρυνση των κουρδικών δυνάμεων YPG και των όπλων τους σε βάθος 30 χλμ. από τα τουρκο-συριακά σύνορα, και η αποχώρηση θα πρέπει να ολοκληρωθεί σε 150 ώρες». Τη στιγμή γράφεται το κείμενο η συμφωνία έχει υλοποιηθεί, οι κουρδικές πολιτοφυλακές έχουν αποσυρθεί από την περιοχή και ξεκινούν κοινές ρωσοτουρκικές περιπολίες.
Μετά και τις τελευταίες εξελίξεις είναι σίγουρο πως η Ρωσία βγαίνει η μεγάλη κερδισμένη της κρίσης, αφού εδραιώνει και αναβαθμίζει το ρόλο της στη Συρία. Τριακόσιοι επιπλέον στρατονόμοι των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων προερχόμενοι από την Τσετσενία έχουν αναλάβει να ενισχύσουν τις περιπολίες και την επιχείρηση απόσυρσης των κουρδικών δυνάμεων και του οπλισμού τους στα 30 χιλιόμετρα από την μεθόριο μεταξύ της Συρίας και της Τουρκίας. Η ισχυρή στρατιωτική παρουσία της Ρωσίας έπαιξε τα τελευταία χρόνια καθοριστικό ρόλο στη διάσωση του μπααθικού καθεστώτος, το οποίο όντας εκ των πραγμάτων ακόμα βαθύτερα εξαρτημένο και δεμένο στο ρωσικό άρμα, όχι απλά φαντάζει ακλόνητο απέναντι στις δυνάμεις που επιδίωξαν να το ανατρέψουν, αλλά καταφέρνει να ξεκινήσει μια διαδικασία ενσωμάτωσης του κουρδικού παράγοντα με την ενδεχόμενη είσοδο των SDF στον Συριακό Αραβικό Στρατό (ενδεχόμενο το οποίο αρχικά έχει απορρίψει η διοίκηση των SDF, αλλά δεν αποκλείεται τίποτα μέσα στο διαρκές παιχνίδι των διαπραγματεύσεων). Η Ρωσία επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τις θετικές γι αυτήν εξελίξεις στη Συρία σα βατήρα για την αναβάθμιση της θέσης της στη Μέση Ανατολή, μπαίνοντας στα ρουθούνια των ΗΠΑ: ένα πρώτο δείγμα είναι οι οικονομικές συμφωνίες αξίας 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων ανάμεσα στον Πούτιν και τη βασιλική οικογένεια της Σαουδικής Αραβίας, γεγονός που έρχεται σε συνδυασμό με την ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στη χώρα.
Από την άλλη, οι SDF σε θέση άμυνας πλέον προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν τις ζημιές ζητώντας από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία να αποδεχθούν τη γερμανική πρόταση για διεθνή έλεγχο στη “ζώνη ασφάλειας”, με την παρουσία του ΟΗΕ και ευρωπαϊκών στρατευμάτων (πρόταση που έχει απορριφθεί από την κυβέρνηση Άσαντ). Και μέσα σ’ αυτό το κουβάρι, η συνεργασία ΗΠΑ – SDF συνεχίζεται στην επαρχία Ντέιρ Εζόρ, κοντά στα σύνορα με το Ιρακ, όπου βρίσκονται οι κυριότερες πετρελαιοπηγές της Συρίας. Όπως δήλωσε ο Τραμπ: «μικρός αριθμός στρατιωτών των ΗΠΑ θα παραμείνει στη Συρία, στις περιοχές όπου υπάρχει πετρέλαιο». Με ανάρτησή του στο Twitter, ο Τραμπ παραδέχθηκε ότι είχε συνομιλία για το θέμα με τον διοικητή των SDF Μαζλούμ Αμπντι, προσθέτοντας ότι «είναι ώρα να αρχίσουν οι Κούρδοι να μεταφέρονται προς την περιοχή των πετρελαίων». «Αφήστε κάποιον άλλον να πολεμήσει πάνω από αυτή τη μακρά αιματοβαμμένη άμμο», έλεγε ο Τραμπ υπερασπιζόμενος την απόφασή του για απόσυρση από τη Βόρεια Συρία. Αλλά, απ’ ότι φαίνεται είναι διατεθειμένος να πολεμήσει μόνο για ιμπεριαλιστικό πλιάτσικο και τον έλεγχο των πετρελαιοπηγών, κάνοντας μάλιστα συγκεκριμένη πρόταση για εμπλοκή της Exxon Mobil ή άλλης εταιρείας αμερικάνικων συμφερόντων στη διαχείρισή τους! Και επιπλέον να ασκηθεί: «συντριπτική στρατιωτικής ισχύς» ακόμα και εναντίον των ενόπλων δυνάμεων της Συρίας και της Ρωσίας για να κρατηθεί ο έλεγχος των πετρελαιοπηγών, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι SDF θα έχουν πρόσβαση σε πόρους για να περιφρουρούν τις φυλακές τζιχαντιστών που διαθέτουν, να εξοπλίζουν τις δυνάμεις τους και να βοηθήσουν τις ΗΠΑ να «εκτελέσουν την αποστολή τους εναντίον του ISIS» (από δηλώσεις του υπουργού “Άμυνας” των ΗΠΑ Μαρκ Έσπερ).
Κάνοντας μια αναγκαία παρένθεση, θα πρέπει να τονίσουμε πως μέσα σ’ αυτό το αντιφατικό και πολύπλοκο πεδίο πρέπει να αναγνωριστεί πως υπόθεση της Ροτζάβα δεν αφορά μόνο τους Κούρδους, ούτε μόνο την Μέση Ανατολή. Από την 19η Ιουλίου του 2012 και επί επτά συναπτά έτη, τα καντόνια της Ροτζάβα γκρεμίζουν στερεότυπα ριζωμένα από αιώνες και αντανακλούν ένα πλέγμα σημασιών που βασίζονται στο αξιακό πλαίσιο της ισότητας, της ελευθερίας και της άμεσης δημοκρατίας. Όλοι οι πληθυσμοί απολαμβάνουν ισότητα και ισονομία, όπως και θρησκευτική ελευθερία. Στη Ροτζάβα κατοικούν άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι απολαμβάνουν πλήρη ισότητα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων απαράμιλλη όχι μόνο στην Μ. Ανατολή, αλλά και στη Δύση. Ταυτόχρονα, χιλιάδες νέοι και νέες διεθνιστές και διεθνίστριες εμπνέονται από τον αγώνα αυτό και δίνουν ακόμα και τη ζωή τους. Πρέπει να γίνει σαφές, δηλαδή, πως η κριτική μας δεν στρέφεται απέναντι σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που μάχονται και δίνουν τη ζωή τους για έναν διαφορετικό κόσμο, αλλά απέναντι στα ανώτερα κλιμάκια και την ηγεσία του κουρδικού κινήματος που υποθηκεύει το μέλλον του κουρδικού αγώνα και το διεθνιστικό όραμα που γεννά ο αγώνας αυτός μέσα από λυκοσυμμαχίες με τους ιμπεριαλιστές και δυνάμεις εκ των πραγμάτων εχθρικές με κάθε όραμα κοινωνικής απελευθέρωσης.
H απόφαση του Τραμπ για αποχώρηση από τη Συρία (ή έστω για δραστική μείωση της παρουσίας των ΗΠΑ ή ακόμα πιο σωστά: για ανακατάταξη της στρατιωτικής τους παρουσίας) δεν έρχεται σαν κεραυνός εν αιθρία. Από την αρχή της θητείας του ο Τραμπ είχε εκφράσει την δυσαρέσκειά του για το κοστοβόρο πρόγραμμα εξοπλισμού και ενίσχυσης της αντιπολίτευσης στη Συρία, που ξεκίνησε το 2012 από τον Ομπάμα, έπειτα από πρόταση του διευθυντή της CIA Ντέιβιντ Πετρέους. Ο Τραμπ χαρακτήρισε το πρόγραμμα αυτό: «ανόητο, δαπανηρό και αναποτελεσματικό», μιλώντας για «μαζικές, επικίνδυνες και σπάταλες πληρωμές» προς τους αντικαθεστωτικούς “αντάρτες”, ενώ σε συνέντευξη του στη Wall Street Journal παραδέχθηκε πως πολλά από τα όπλα που προμήθευσε η CIA προς τους “μετριοπαθείς” αντικαθεστωτικούς τελικά έπεσαν στα χέρια της Αλ Κάιντα. Άλλωστε, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι έχει δηλώσει: «Παρέχουμε μια εξαιρετική ποσότητα όπλων και από το Κατάρ, την Τουρκία και τη Σαουδική Αραβία έρχεται ένα τεράστιο φορτίο όπλων με ένα τεράστιο ποσό χρημάτων». Ανάλογες δηλώσεις είχε κάνει και ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζον Μπάιντεν, αποκαλύπτοντας πως η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, εν γνώσει των ΗΠΑ, έριξαν: «εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια και δεκάδες, εκατοντάδες τόνους όπλων σε οποιονδήποτε θα πολεμούσε τον Άσαντ, μόνο που οι άνθρωποι που τροφοδοτούσαν ήταν το Μέτωπο Νούσρα, η Αλ Κάιντα και άλλα ακραία στοιχεία τζιχαντιστών από άλλα μέρη του κόσμου».
Για τον Τραμπ, λοιπόν, η εμπλοκή των ΗΠΑ στη Συρία είναι πλέον οικονομικά ασύμφορη (με εξαίρεση, όπως είδαμε, τον έλεγχο των πετρελαιοπηγών, η αξία των οποίων είναι ούτως ή άλλως σχετικά μικρή), ενώ φαίνεται να αποδέχεται εδώ και καιρό την παραμονή του Άσαντ στην εξουσία και την πρόσδεση της χώρας στη ρωσική σφαίρα επιρροής (κάποιοι αναλυτές, μάλιστα, μιλάν και για συμφωνία ανάμεσα στις ΗΠΑ κα τη Ρωσία, ώστε να γίνει αποδεκτή και από τα δυο μέρη η ρωσική κυριαρχία στη Συρία και αντίστοιχα η αμερικάνικη κυριαρχία στα Βαλκάνια). Με την κυνικότητα που τον χαρακτηρίζει, ο Τραμπ εξήγησε προς το υπουργικό του συμβούλιο με απλό, σαφή, λιτό και περιεκτικό τρόπο την απόφασή του για την απεμπλοκή από τη συριακή κρίση: «Η Συρία έχει χαθεί εδώ και πολύ καιρό. Και εκτός αυτού, μιλάμε για άμμο και θάνατο. Για αυτό μιλάμε. Δεν μιλάμε για κάποιο τεράστιο πλούτο». Βλέπουμε, δηλαδή, πως η πρόθεση αποχώρησης των ΗΠΑ από τη Συρία, παρά τις έντονες εσωτερικές διαφωνίες και αντιδράσεις, δεν προέρχεται από κάποια ανθρωπιστική πρόθεση του Τραμπ, αλλά από έναν στυγνό οικονομικό υπολογισμό..
H εμπλοκή της Τουρκίας
Ταυτόχρονα, η Τουρκία δεν δείχνει καμιά πρόθεση απεμπλοκής των στρατευμάτων της από τη Συρία και συνεχίζει την πολιτική στήριξης που παρέχει προς τον Συριακό Εθνικό Στρατό (μετεξέλιξη του FSA), ψέγοντας τις ΗΠΑ για τη συμμαχία της με τους κούρδους μαχητές. Η Τουρκία αυτοαναγορεύεται ως: «η μοναδική συνεπής δύναμη που πολεμάει ενάντια στην τρομοκρατία του ISIS και του YPG και προστατεύει τον συριακό λαό από το τυραννικό καθεστώς Άσαντ». Σύμφωνα με τις τουρκικές αιτιάσεις οι αμερικάνοι όχι μόνο εγκατέλειψαν τους συμμάχους τους, περιορίζοντας τη βοήθεια προς τον FSA, αλλά συμμάχησαν με το YPG, το οποίο το καθεστώς Ερντογάν θεωρεί “τρομοκρατική οργάνωση”. Είναι χαρακτηριστικό το άρθρο της τουρκικής εφημερίδας Daily Sabah, με τίτλο: “FSA: Σύμμαχος της Τουρκίας, πρώην σύμμαχος των ΗΠΑ, εχθρός των τρομοκρατών” (21/02/2018).
Μεταφράσαμε και δημοσιεύουμε ένα εκτεταμένο και κατατοπιστικό απόσπασμα του άρθρου για να κατανοήσουμε τη στάση του καθεστώτος Ερντογάν:
«Οι ΗΠΑ διακόπτουν τη στήριξή τους προς τον FSA, τώρα που ο τελευταίος δείχνει σημάδια αποδυνάμωσης.
Τα μέλη του FSA, αρχικά εκπαιδεύονταν από την ομάδα “φίλοι της Συρίας”, η οποία δημιουργήθηκε για να δώσει λύση στο συριακό εμφύλιο πόλεμο. Αποτελείται από 11 χώρες, μεταξύ αυτών οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Τουρκία. Η κυβέρνηση Ομπάμα, μέσω της CIA, παρείχε στήριξη σε διάφορες ομάδες της αντιπολίτευσης κατά του συριακού καθεστώτος ήδη από την αρχή του πολέμου. Εκείνη την εποχή ο FSA ήταν η ισχυρότερη τέτοια ομάδα. Το 2014 η CIA εφάρμοσε ένα σχέδιο εκπαίδευσης μαχητών της αντιπολίτευσης με στόχο την καταπολέμηση του ISIS. Ιορδανία, Κατάρ, Τουρκία, Σαουδική Αραβία μετείχαν και αυτές στο παραπάνω σχέδιο.
Αρχικά, ο FSA ήταν η βασική ομάδα που εκπαιδευόταν σε αυτό το πρόγραμμα. Ωστόσο, το 2015 οι ΗΠΑ άλλαξαν κατεύθυνση και άρχισαν αντ’ αυτού να εκπαιδεύουν και να εξοπλίζουν μαχητές του YPG, το συριακό παρακλάδι του PKK, οι οποίοι αργότερα σχημάτισαν τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF).
Οι ΗΠΑ και η Τουρκία υπέγραψαν το Φλεβάρη μια συμφωνία, που προέβλεπε την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό δυνάμεων της αντιπολίτευσης, κυρίως του FSA. Πράγματι, δυνάμεις της αντιπολίτευσης άρχισαν να εκπαιδεύονται από το Μάιο του 2015 στο Kirsehir, όπου συνολικά εκπαιδεύτηκαν 114 άνδρες από την Τουρκία και την Ιορδανία. Οι μαχητές αυτοί προορίζονταν για την 30η Μεραρχία, την οποία οι ΗΠΑ είχαν δημιουργήσει αποκλειστικά για να πολεμήσουν κατά του ISIS. Η συμφωνία προέβλεπε την εκπαίδευση 300 έως και 2000 στρατιωτών του FSA, αλλά μόλις 54 ολοκλήρωσαν με επιτυχία το πρόγραμμα. Τουρκικά μέσα σύντομα ανέφεραν ότι δεκάδες μαχητές της μετριοπαθούς αντιπολίτευσης αποσύρθηκαν από το πρόγραμμα καθώς αρνήθηκαν να υπογράψουν συμβόλαιο που τους απαγόρευε να πολεμήσουν ενάντια στο συριακό καθεστώς. Πολλοί σύριοι εθελοντές ήθελαν να χρησιμοποιήσουν την εκπαίδευσή τους για να πολεμήσουν απέναντι και στον ISIS και στον Ασαντ. Οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν αυτό το γεγονός για να δικαιολογήσουν την αλλαγή πολιτικής τους. Σύμφωνα με τον Ozshan, οι ΗΠΑ παρέκαμψαν κάθε μέτρο ασφαλείας όταν άρχισαν να εκπαιδεύουν και να εξοπλίζουν τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις οι οποίες κυριαρχούνταν από το YPG. Το 2014 χωρίς τη στήριξη των ΗΠΑ και με την άνοδο των SDF, ο FSA αποδυναμώθηκε. Το 2016 ωστόσο, με τη στήριξη της Τουρκίας ξαναβρήκε τη δύναμή του. Το Μάρτη του 2016, σχηματίστηκε το κέντρο επιχειρήσεων Hawar Kilis. Σε αυτό το νέο μόρφωμα προσχώρησαν διάφορες υποομάδες όπως η Sultan Murad Division, η Hamza Division, η Sharqia Army.
Οι Second Army, Al Nokba Army και Rejal Brigade ενώθηκαν κάτω από την ομπρέλα του FSA. Με αυτό το νέο σχήμα ο FSA συντονίζεται με τον Τουρκικό στρατό και από κοινού συμμετέχουν στην επιχείρηση ασπίδα του Ευφράτη τον Αύγουστο του 2016. Η τελευταία πράξη αναδιοργάνωσης του FSA είναι η δημιουργία του Συριακού Εθνικού Στρατού που αποτελείται από περίπου 30 υποομάδες και ιδρύθηκε το Δεκέμβριο του 2017. Αυτός ο στρατός, που υπολογίζεται ότι αριθμεί περίπου 15.000 άνδρες, έχει στόχο να προστατέψει την περιοχή που απελευθερώθηκε κατά την επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη και να προστατέψει τους αμάχους από το συριακό καθεστώς και από ομάδες όπως το ISIS και το YPG […]
Η επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη, που ξεκίνησε στις 24 Αυγούστου του 2017, είχε ως στόχο την απομάκρυνση των τρομοκρατών του YPG και του ISIS από τα σύνορα. Η Άγκυρα υπερασπίστηκε την επιχείρηση ως αμυντική ενέργεια, δηλώνοντας πως οι πόλεις της δέχονταν συνεχείς επιθέσεις από το ISIS και το YPG. Με την επιτυχία αυτής της επιχείρησης, η Τουρκία κατάφερε να εκτοπίσει το YPG στα ανατολικά του Ευφράτη, ενώ εκκαθάρισε ολόκληρη τη Βόρεια Συρία από την παρουσία του ISIS καταλαμβάνοντας μία περιοχή πάνω από 2.000 τ.χλμ. Επίσης, πάνω από 50.000 πρόσφυγες επέστρεψαν στις απελευθερωμένες πόλεις όπως η Jarablus, η Al-Bab και η Al-Rai.
Μετά την επιχείρηση, αστυνομικές δυνάμεις υπό τον FSA εγκαταστάθηκαν στην περιοχή για τη διατήρηση της τάξης. Σύμφωνα με το πρακτορείο Anadolu, πάνω από 4.000 αστυνομικοί, όλοι εκπαιδευμένοι από την Τουρκία, ανέλαβαν καθήκοντα.
Στις 20 Ιανουαρίου 2018, η Τουρκία και ο FSA ξεκίνησαν την επιχείρηση Κλάδος Ελαίας ενάντια στο YPG στο Αφρίν της Βόρειας Συρίας. Σύμφωνα με το Τουρκικό Γενικό Επιτελείο, η επιχείρηση στοχεύει στην σταθεροποίηση της περιοχής κατά μήκος των συνόρων και την προστασία του Συριακού λαού από την καταπίεση και τις βαρβαρότητες των τρομοκρατών».
Η εμπλοκή του Ισραήλ
Όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερα στοιχεία έρχονται στο φως της δημοσιότητας για την ισραηλινή εμπλοκή στην ποικιλότροπη ενίσχυση των “εξεγερμένων” αντικαθεστωτικών. Βασικός στόχος του Ισραήλ είναι η ανάσχεση της ιρανικής επιρροής στη χώρα, όπως και της επιρροής της Hezbollah, ενώ όπως φαίνεται έχουν οριστικά εγκαταλειφτεί οι ευσεβείς πόθοι για αντικατάσταση του μπααθικού καθεστώτος με ένα φιλικότερο προς τα ισραηλινά συμφέροντα.
Σιγά σιγά οι ίδιοι οι ισραηλινοί αρχίζουν να αποκαλύπτουν την όλο και πιο βαθιά εμπλοκή τους στη συριακή κρίση. Τον Ιανουάριο του 2019 ο επικεφαλής των ισραηλινών ένοπλων δυνάμεων (IDF) Gadi Eisenkot σε συνέντευξή του στους βρετανικούς Sunday Times παραδέχθηκε πως το Ισραήλ έχει προμηθεύσει όπλα σε ομάδες ανταρτών στο Γκολάν. Στο άρθρο με τίτλο: “Ο επικεφαλής του IDF αναγνωρίζει τελικά ότι το Ισραήλ παρέδωσε όπλα στους αντάρτες της Συρίας” (The Times of Israel, 14/01/2019), διαβάζουμε πως ο Eisenkot αποδέχθηκε την βαθιά εμπλοκή του ισραηλινού στρατού στη Συρία, όχι μονάχα με τη χρηματοδότηση και τον εξοπλισμό των “εξεγερμένων”, αλλά και με τη διενέργεια εκατοντάδων επιδρομών στα συριακά εδάφη: «Εκτελέσαμε χιλιάδες επιθέσεις (τα τελευταία χρόνια), χωρίς να αναλαμβάνουμε την ευθύνη και να διεκδικούμε την επιβράβευση».
Η ισραηλινή εφημερίδα Haaretz αναφέρει στο άρθρο της “Just Admitted Arming anti-Assad Syrian Rebels. Big Mistake” (3/02/2019): «Πρώτη φορά επισήμως, υψηλόβαθμο στέλεχος επιβεβαιώνει τον κρυφό, αντισυμβατικό πόλεμο στη Συρία ώστε να αποτραπεί μια πιθανή Ιρανική παρέμβαση. Αλλά τι ακριβώς κέρδισε το Ισραήλ αποκαλύπτοντας το “αντιεπεμβατικό” του ψέμα, μετά τα τόσα χρόνια άρνησης; Στις τελευταίες μέρες θητείας του ως Αρχηγός του Επιτελείου των “Αμυντικών Δυνάμεων του Ισραήλ” (IDF), ο Υποστράτηγος Gadi Eisenkot, επιβεβαίωσε επισήμως, ότι το Ισραήλ παρείχε άμεση υποστήριξη στους αντικαθεστωτικούς (αντι-ασαντικούς) αντάρτες στα Υψίπεδα του Γκολάν, εξοπλίζοντάς τους. Σύμφωνα με τον εν αποστρατεία στρατηγό των IDF, υπεύθυνος για ζητήματα άμυνας του Ισραήλ συναντήθηκε με Σύριους πράκτορες κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου.Όσο αμήχανο και αν ακούγεται αρχικά, δεν αποτελεί έκπληξη. Το Ισραήλ έχει μια μακρά ιστορία στη διεξαγωγή αντισυμβατικών πολεμικών επιχειρήσεων. Αυτή η μορφή μάχης έχει οριστεί από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ ως «δραστηριότητες οι οποίες διεξάγονται με σκοπό να ενεργοποιηθεί ένα κίνημα αντίστασης ή να επιβληθεί μια ανταρσία ώστε να προκληθούν τριγμοί ή και η πτώση μιας κατοχικής δύναμης ή μιας κυβέρνησης επιχειρώντας μέσω ή μαζί με μια παράνομη, επικουρική ή αντάρτικη δύναμη σε περιοχές όπου δεν υπάρχει δικαιοδοσία», επιδιώκοντας κάθε φορά την επίτευξη στρατηγικών στόχων που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια. (…) Έκθεση του 2017 η οποία δημοσιεύθηκε από τον ΟΗΕ περιγράφει πώς προσωπικό των IDF επέβλεπε τη μεταφορά προμηθειών σε ένοπλα άτομα άγνωστης ταυτότητας και παρ΄ όλους τους ισχυρισμούς του Ισραήλ πως επρόκειτο για ανθρωπιστική βοήθεια, δυσκολεύεται να απαντήσει στην παρουσία οπλισμού κατά τη διάρκεια αυτών των μεταφορών.Αρθρογραφώντας για τo Foreign Policy, το Σεπτέμβρη του 2018, η Tsurkov περιέγραψε πώς το Ισραήλ παρείχε στήριξη στις Συριακές αντάρτικες ομάδες, περιγράφοντας με ποιο τρόπο υλικοτεχνική υποστήριξη εισήχθη με τη μορφή «αυτόματων τουφεκιών, πολυβόλων, ολμοβόλων και μεταφορικών οχημάτων», τα οποία παραδόθηκαν «δια μέσω τριών πυλών που συνδέουν τα κατεχόμενα από το Ισραήλ Υψίπεδα του Γκολάν με τη Συρία – τα ίδια περάσματα τα οποία το Ισραήλ χρησιμοποίησε για να μεταφέρει ανθρωπιστική βοήθεια στους κατοίκους της Νότιας Συρίας που υπέφεραν από το μακροχρόνιο εμφύλιο πόλεμο.» Χρονολογεί την έναρξη αυτών των διαδικασιών πίσω στο 2013. [σ.σ. εδώ γίνεται αναφορά στο άρθρο της Elizabeth Tsurkov, “Inside Israel’s Secret Program to Back Syrian Rebels. Fighters were armed and paid to keep Iranian-linked forces away from Israel’s border”, που δημοσιεύθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου του 2018 στο Foreign Policy].
Η μόνη εμπλοκή του Ισραήλ στον Συριακό εμφύλιο που έγινε (μέχρι σήμερα) γνωστή, παρ΄ όλα αυτά, ήταν οι ανθρωπιστικές επιχειρήσεις στο Γκολάν. Με την ονομασία “Επιχείρηση Καλής Γειτονία”, δημοσιοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2016 και ο επίσημος σκοπός της ήταν «η παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας σε όσο περισσότερους ανθρώπους ήταν δυνατό, διατηρώντας παράλληλα την πολιτική της μη εμπλοκής του Ισραήλ στη σύρραξη.» Αυτό αποτελεί ξεκάθαρα ένα ψέμα καθώς, ακόμα και πριν από την επίσημη έναρξή της, το Ισραήλ- όπως όλα δείχνουν- είχε διασυνδέσεις και στήριζε διάφορους σχηματισμούς της αντιπολίτευσης». Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις του αμερικάνικου περιοδικού Foreign Policy το Ισραήλ χρηματοδότησε και εξόπλισε από το 2013 τουλάχιστο 12 αντιμπααθικές οργανώσεις στη Συρία, ενώ οι αντικαθεστωτικοί πληρώνονταν από τους ισραηλινούς με μισθό 75 δολαρίων μηνιαίως και: «το Ισραήλ έστειλε όπλα στις ομάδες ανταρτών που περιλάμβαναν όπλα, πολυβόλα, εκτοξευτήρες και οχήματα. Αρχικά έστειλε στους αντάρτες τα κατασκευασμένα στις ΗΠΑ τουφέκια M16, για τα οποία δεν θα αναγνωρίζονταν η Ιερουσαλήμ ως πηγή προμήθειας, και αργότερα άρχισαν να προμηθεύουν πυροβόλα όπλα και πυρομαχικά από μια ιρανική αποστολή σε ομάδα της Hezbollah στο Λίβανο που το Ισραήλ είχε κατασχέσει το 2009». Ωστόσο, το Foreign Policy αναφέρει πως η ισραηλινή βοήθεια ήταν περιορισμένη σε σχέση με την εμπλοκή άλλων δυνάμεων: «Η συνολική υποστήριξη του Ισραήλ ήταν μικρή σε σύγκριση με τη χρηματοδότηση και τη στήριξη που έλαβαν οι ομάδες από άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως του Κατάρ, της Σαουδική Αραβίας, της Τουρκίας και των ΗΠΑ». Γι αυτό και πολλοί από τους αντικαθεστωτικούς που ανέμεναν βαθύτερη εμπλοκή του Ισραήλ σήμερα δηλώνουν απογοητευμένοι από αυτό, καθώς όπως όλα δείχνουν έχει πάψει να επιδιώκει την πτώση του Άσαντ και προσπαθεί να επιτύχει έναν συμβιβασμό με το μπααθικό καθεστώς με σκοπό τη μείωση της ιρανικής επιρροής. Αυτά είναι, όμως, τα επίχειρα της προδοσίας και της εμπιστοσύνης που έδειξαν στο κράτος – χωροφύλακα της Μέσης Ανατολής…
Η προσπάθεια εμπλοκής του Ισραήλ στο κουρδικό ζήτημα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αισθήματα “αλληλεγγύης” που δήθεν δείχνει το Ισραήλ στον κουρδικό λαό. Αισθήματα σαφώς υποκριτικά, αφού προέρχονται από ένα κράτος – απαρτχάιντ που μακελεύει εδώ και δεκαετίες τον παλαιστινιακό λαό. Συγκεκριμένα, αρκεί να αναφέρουμε τις δηλώσεις του ισραηλινού πρωθυπουργού Νεντανιάχου: «Το Ισραήλ καταδικάζει απερίφραστα την τουρκική εισβολή στις κουρδικές περιοχές στην Συρία και προειδοποιεί κατά των εθνικών εκκαθαρίσεων σε βάρος των Κούρδων από την Τουρκία και τους πληρεξούσιούς της. Το Ισραήλ είναι έτοιμο να δώσει ανθρωπιστική βοήθεια στον γενναίο κουρδικό λαό». Πίσω από αυτήν την “επίθεση φιλίας” του Ισραήλ προς τους κούρδους δεν υπάρχει, φυσικά, κάποια ανθρωπιστική ευαισθησία, αλλά η υπαγόρευση των ωμών συμφερόντων της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής. Συγκεκριμένα:
– Το Ισραήλ επιδιώκει να εντάξει τη Ροτζάβα στον γεωπολιτικό άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, υπό την αμερικανικη κηδεμονία, με ταυτόχρονη δημιουργία ενός μηχανισμού συνεργασίας μεταξύ του Ιρακινού Κουρδιστάν και της Ροτζάβα.
– Στόχος της διεύρυνσης του άξονα Ελλάδας – Κύπρου –Ισραήλ με την πρόσθεση των κουρδών στη συμμαχία (οι οποίοι μπορεί να μη διαθέτουν κάποιο τυπικό έθνος-κράτος, αλλά διαθέτουν ιδιαίτερη γεωπολιτική ισχύ) είναι η γεωστρατηγική περικύκλωση της Τουρκίας. Όπως υποστηρίζουν οι ισραηλινοί, κατά το γνωστό δόγμα “ο εχθρός του εχθρού είναι φίλος”, όλες αυτές οι δυνάμεις έχουν κοινό συμφέρον να αμφισβητήσουν τις ηγεμονικές φιλοδοξίες του Ερντογάν και του AKP (το οποίο ας μην ξεχνάμε πως είναι συμμαχική δύναμη με τη Χαμάς).
– Ακόμα ένας βασικός στόχος είναι η “ανάσχεση του ιρανικού κινδύνου”. Ισραηλινά think tanks προτείνουν τον εξοπλισμό των κούρδων από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ με εξελιγμένα πυραυλικά συστήματα τα οποία θα προστατεύσουν τους Κούρδους, το Ισραήλ, τους περιφερειακούς Άραβες συμμάχους και τις αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στην περιοχή από ενδεχόμενες επιθέσεις του Ιράν. Ταυτόχρονα, όταν τελειώσει ο πόλεμος με το ISIS η στρατιωτική ενίσχυση των κούρδων θα τους κάνει πιο αξιόμαχους –σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων- απέναντι στους βασικούς εχθρούς του Ισραήλ: την Τουρκία και το Ιράν.
– Ακόμα μια βασική επιδίωξη του Ισραήλ αφορά τις οικονομικές μπίζνες και την από κοινού εκμετάλλευση ενεργειακών πηγών που βρίσκονται υπό την κατοχή των ισραηλινών και των κούρδων, με σκοπό την αντικατάσταση του Ιράν στην προμήθεια πετρελαίου προς την Ελλάδα και την Ιταλία. Αυτό το ενδεχόμενο θα έδινε περισσότερη περιφερειακή επιρροή στο Ισραήλ έναντι των αντιπάλων του στην περιοχή και θα δημιουργούσε επιπλέον πίεση προς την πολιτικη κατευνασμού της ΕΕ.
Φυσικά, πέρα από τους διακηρυγμένους πόθους και τις ασκήσεις επί χάρτου της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής υπάρχει και μια πολύπλοκη πραγματικότητα. Η απόσυρση των αμερικάνων από τη Βόρεια Συρία δυσχεράνει τις ισραηλινές επιδιώξεις στην περιοχή και αντικειμενικά φέρνει τον κουρδικό παράγοντα πιο κοντά στο μπααθικό καθεστώς. Η απογοήτευση των ισραηλινών για την απόφαση Τραμπ είναι έκδηλη, αλλά το ίδιο έκδηλη είναι και η πίστη τους στη στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ. Όπως αναφέρει και σε άρθρο του ο διευθυντής σύνταξης της Jerusalem Post: «Αυτό που έκανε ο Τραμπ στους Κούρδους είναι για το Ιράν το κερασάκι στην τούρτα. Υπογραμμίζει έντονα όχι μόνο ότι οι ΗΠΑ, υπό τον Τραμπ, δεν θα εμπλακούν σε πολεμικές περιπέτειες, αλλά και ότι θα στέκονται άπραγες στο περιθώριο τη στιγμή που ένας σύμμαχός τους αντιμετωπίζει την απειλή του θανάτου και της ολοκληρωτικής καταστροφής στα χέρια των Τούρκων (…) Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η Αμερική είναι κατά του Ισραήλ (…) Οι ΗΠΑ παραμένουν ο καλύτερος σύμμαχος του Ισραήλ στον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά, η νέα πραγματικότητα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπό την ηγεσία του Τραμπ, η αμερικανική επιρροή και ισχύς έχει δραματική μειωθεί στη Μέση Ανατολή και δεν αποτελεί πλέον φόβητρο – κάτι κακό για το Ισραήλ».
Να στήσουμε διεθνιστικά αναχώματα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο
Οι εξελίξεις στη Συρία αποτυπώνουν ένα επικίνδυνο πολεμικό σκηνικό, θυμίζοντας πρόβα τζενεράλε ενός γενικευμένου πολέμου με ανυπολόγιστες συνέπειες για τους λαούς της περιοχής και ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ο έλεγχος και η νομή των πλουτοπαραγωγικών υλών, η εξασφάλιση των οδών μεταφοράς τους, γενικότερα το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών επιρροής, είναι γραμμένα στην ιστορία του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού συστήματος με γράμματα που στάζουν αίμα, με παγκόσμιους και περιφερειακούς πολέμους.
Ζούμε στην εποχή των γεωπολιτικών συγκρούσεων, της ραγδαίας μεταβολής των όρων ισχύος στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα και της ρευστότητας των συμμαχιών, όπου παραδοσιακές λυκοσυμμαχίες κλονίζονται, όπως δείχνει το BREXIT στην ΕΕ και η σύγκρουση ΗΠΑ—Τουρκίας εντός του στρατοπέδου του ΝΑΤΟ. Ζούμε στην εποχή, όπου χώρες ολόκληρες διαλύονται και σύνορα επαναχαράσσονται για τους ιδιοτελείς σκοπούς μίας δράκας ιμπερια-ληστών και ντόπιων ολιγαρχιών. Ζούμε στην εποχή, όπου το καπιταλιστικό σύστημα φαίνεται ότι εξαντλεί όλες του τις εφεδρείες για το ξεπέρασμα της κρίσης, χρησιμοποιώντας οικονομικούς μηχανισμούς διαχείρισης της κρίσης (βλ. ποσοτική χαλάρωση, συγκράτηση των επιτοκίων) και φτωχοποίησης των λαών με το παγκόσμιο χρέος (κρατικό και ιδιωτικό) να εκτινάσσεται στα 237 τρις δολάρια, ως απόρροια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της ιμπεριαλιστικής λεηλασίας. Ζούμε στην εποχή της ενίσχυσης του μιλιταρισμού, της αντίδρασης και της επιστροφής φαντασμάτων του παρελθόντος. Ζούμε, με άλλα λόγια, στην «εποχή των τεράτων», τα οποία μονάχα ένα επαναστατικό κίνημα θεωρητικά εξοπλισμένο και πολιτικά συγκροτημένο με μαχητικούς όρους θα μπορέσει να τα στείλει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Γιατί μονάχα η οργανωμένη πάλη των λαών σε αντιιμπεριαλιστική/αντικαπιταλιστική κατεύθυνση μπορεί να βάλει φρένο στις ορέξεις των γερακιών του πολέμου και να κατοχυρώσει τα δικαιώματα των εργαζομένων και της αγωνιζόμενης νεολαίας. Γιατί η συνεργασία με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μόνο αυταπάτες σπέρνει στους λαούς, αναπαράγοντας το σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, το οποίο φέρνει πολέμους, ξεριζωμό, φτώχεια και εξαθλίωση. Γιατί οι λαοί στη Συρία και στο Κουρδιστάν, όπως και όλοι οι λαοί, πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη στις ίδιες τις δυνάμεις τους, χωρίς να περιμένουν από τους κάθε λογής κρατικούς μακελάρηδες να εμφανίζονται ως “εγγυητές” των δικαιωμάτων τους. Γιατί οι λαοί κερδίζουν τα δικαιώματά τους με το όπλο στο χέρι και μπορούν να ζήσουν ειρηνικά με σεβασμό του δικαιώματος της αυτοδιάθεσής τους και την εξασφάλιση της προστασίας των μειονοτήτων μακριά από οποιαδήποτε ιμπεριαλιστική ηγεμονία και εθνικιστικές παρωπίδες. Κι αυτό πρέπει να γίνει κτήμα των λαών, ιδιαίτερα σήμερα που νέοι κοινωνικοί αγώνες αναπτύσσονται στο Ιράκ και τον Λίβανο. Γιατί οι λαοί θα καθορίσουν την ιστορία τους, τσακίζοντας τον ιμπεριαλισμό και το καπιταλιστικό σύστημα που τον γεννά.
ΕΞΩ ΟΛΟΙ ΟΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΡΙΑ
ΟΙ ΛΑΟΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΡΕΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΝΟΝΙΑ ΤΟΥΣ
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΟΣ ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΠΑΝΤΟΥ
Ταξική Aντεπίθεση (Oμάδα Aναρχικών και Kομμουνιστών)